Η συγκλονιστική μαρτυρία του ήρωα δασκάλου
ΤΑ ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΑΠΟΙΚΙΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟ
ΠΡΩΤΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΣΤΑΘΜΟ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ
Ντίαρ, Λίγκουιτ, Ρόμαν (Μάριος), Όσμάν και άλλοι…
Το ημερολόγιο του δασκάλου Φώτη Πίττα είτε στη συντομευμένη του μορφή όπως τη διασώζει σε βιβλίο του ο Νικόλαος Βασιλειάδης είτε στην πλήρη του μορφή όπως τη δημοσίευσε στο βιβλίο του ο Πάνος Μυρτώτης αποτελεί ένα τεκμήριον των βασανιστηρίων και των μεθόδων των ανακριτών του Ειδικού Κλάδου στην πιο άγρια περίοδο βασανισμών και διώξεων στις αρχές δηλαδή του 1957.
Τεκμήριον και για την ύπαρξη και την οργανωμένη λειτουργία ενός κέντρου ανακρίσεων που δεν ήταν τόσο γνωστό όσο η Ομορφίτα στη Λευκωσία και το Ρετ Χάους στη Λεμεσό. Η απουσία συνολικής και αναλυτικής έρευνας για την λειτουργία ανακριτηρίων και κέντρων και φορέων βασανισμού τόσο στην περίοδο μετά τα Οκτωβριανά και στην περίοδο του Αγώνα της ΕΟΚΑ άφησε σχεδόν άγνωστα κάποια ανακριτήρια ή ελαχίστως αναφερόμενα ενώ υπήρξαν αληθινά πουργατόρια.
Στον συγκεκριμένο Αστυνομικό Σταθμό της Αμμοχώστου βασανίστηκαν συμπατριώτες μας για ημέρες ή εβδομάδες. Ο Φώτης Πίττας μαρτυρεί κακοποιήσεις και βασανισμούς δεκαεπτά ημερών. Δύο ώρες ξυλοδαρμού το πρωί και δύο το απόγευμα για πολλές ημέρες. Εξουθένωση σπάσιμο πλευρών. Ολονύχτιο ψήσιμο μπροστά σε ειδικό λαμπτήρα ψηλής τάσεως. Κακοποιήσεις ασιτία ψυχολογικός πόλεμος μέχρι λιποθυμίας. Κατόπιν πολύωρες ανακρίσεις στη βάση των αναπτυσσόμενων την περίοδο εκείνη πέντε τεχνικών.
Ο Αστυνομικός Σταθμός Ανακριτήριο Αμμοχώστου είναι από τους ολιγότερον διερευνημένους χώρους δράσης και επιχειρησιακής έκνομης δραστηριότητας του Ειδικού κλάδου. Το ίδιο συμβαίνει και με τις δραστηριότητες του ανακριτή Μπρουκς στην πόλη και επαρχία Λεμεσού και την τακτική του να μετακινεί τους χώρους ανακρίσεων. Για την παρουσία του στη Λεμεσό είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε με συμπατριώτες μας και να συλλέξουμε κάποιες πρώτες πληροφορίες.
Το ημερολόγιο του Φώτη Πίττα αποτελεί ένα μνημείο φωτεινής αντίστασης απέναντι στον απάνθρωπό κατακτητή. Ένα μνημείο πίστης αντοχής και μεταφυσικού μεγαλείου ενός προσευχομένου δασκάλου και οραματιστή της ελευθερίας της Κύπρου.
Επιπρόσθετα αποτελεί και ένα τεκμήριο για την λειτουργία ενός εν πολλοίς άγνωστου Ανακριτικού κέντρου του Ειδικού κλάδου.
ΠΑΡΑΘΕΤΟΥΜΕ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΣΤΗ ΣΥΝΤΟΜΕΥΜΕΝΗ ΤΟΥ ΜΟΡΦΗ
Πέμπτη 10-1-57
Με συνέλαβεν ή Αστυνομία (…) ή ώρα 4 π.μ. Ξυλοκόπημα από τις 5 π.μ. – 11 π.μ. στον σταθμόν Αμμοχώστου. Το απόγευμα 3-5 και 9-11 μ.μ. ξυλοκόπημα. Ντίαρ, Λίγκουιτ, Ρόμαν (Μάριος), Όσμάν και άλλοι (Σ.Σ. οι βασανισταί είναι “Αγγλοι και Τούρκοι). Ήμερα φρίκης, αγωνίας, πόνου. Σπάσιμο πλευρών. Παράλυσης δυνάμεων. Ουραιμία. Κρύο…
Παρασκευή 11-1-57
Δεν μπόρεσα να σκεπασθώ με τις πατανίες (κουβέρτες) από άπώλειαν δυνάμεων. Φρικτοί πόνοι. Ξυλοκόπημα από 8-10 π.μ. και 3-5 μ.μ. Δεν έφαγα τίποτε από την Τετάρτη. Μόνο νερό. Με δυσκολία περπατώ. Με πολλές προσπάθειες σηκώνομαι. Μέρα και νύκτα γογγύζω από τους πόνους. Κάθε κίνηση και γογγυσμός. Ξαπλωμένος με μαξιλάρι ψωμιά. Τραβώ με το χέρι τα μαλλιά μου, για να σηκώσω την κεφαλή μου.
Σάββατον 12-1-57
Ή νύκτα πέρασε με φοβερούς πόνους και αγωνία (…)• Από τις 8-10 π.μ. με ξυλοκόπησαν άγρια… Κυριακή 13-1-57(…) Ακούω την καμπάνα του αγίου Γεωργίου Έξορινού να κτυπά. Ή καρδιά μου κτυπά, αναγαλλιάζει. Παρακαλώ τον Παντοδύναμο να με βοηθήσει, να μου δώσει κουράγιο και θάρρος για να μπορέσω να αντεπεξέλθω στο μαρτύριο. Παρακαλώ να με ενδυναμώσει. Να με αξιώσει να ιδώ την Κύπρο μας ελεύθερη. Ήμερα αγωνίας. Το απόγευμα μπαίνουν στο κελλί, με φοβερίζουν.
Δευτέρα 14-1-57
Την Κυριακή, χθες (…) έκανα το τάμα μου. Μια λαμπάδα ίση με το ανάστημα μου. Νύκτα τρόμου και αγωνίας (…). Ξυλοκόπημα από τις 8-10 π.μ. και 3-5 μ.μ. Πάλιν σχεδόν νηστικός. “Ένα γάλα, γιαούρτι και νερό. Προσευχή.
Τρίτη 15-1-57
Μια νύχτα, που θα την θυμάμαι σ’ όλη μου τη ζωή (…)• Στίς 11 μ.μ, με πήραν στο γραφείο, οπού βρήκα ο,τι μου είπαν. Δυο ηλεκτρικούς προβολείς, πολύ ίσχυρας εντάσεως. Με υποχρέωσαν να κάθομαι μέχρι τη ροδοδάκτυλη αυγή μπροστά σ’ αυτούς. Σε απόσταση 12-15 ιντσών. Ζέστη. Με ψήσανε σιγά-σιγά. Τα χείλη μου σχημάτισαν κρούστα.
Τετάρτη 16-1-57
Ό ίδρωτας τρέχει αδιάκοπα. Αισθάνομαι ισχυρούς πονοκεφάλους. Μου περιγράφουν σκηνές φρίκης. Πώς θα με κρεμάσουν κ.λπ. Απώλεια αισθήσεων. Με περιλούουν νερό. Συνέρχομαι. Με μεταφέρουν στο κελλί μου δυο Τούρκοι επικουρικοί, υποβαστάζοντας με από τις μασχάλες. Όλη μέρα την Τρίτη δεν με άφησαν να κοιμηθώ. Τρίτη και Τετάρτη ήμερες τρόμου, ανακρίσεων και αγωνίας.
Σάββατο 19-1-57
(…) Οί ανακρίσεις συνεχίζουν νυχθημερόν. Ή καμπάνα κτυπά στην εκκλησία του “Αη-Γιώργη. Προσεύχομαι, παρακαλώ, ευχαριστώ.»•
Κυριακή 20- 1-57
Με ξύπνησε το χαρμόσυνο σήμαντρο της εκκλησίας. Προσεύχομαι, αρχίζω να ψάλλω. Ό,τι ήξερα κι ό,τι μπορούσα να θυμηθώ από τη Θεία Λειτουργία. Το απόγευμα τραγουδούσα πατριωτικά άσματα.
Τρίτη 22-1-57
(…) Καθώς με βγάζουν το πρωί και μεσημέρι (…) και το βράδυ, ακούω τις γοερές κραυγές άνακρινομένων προσώπων. Ασφαλώς τους κτυπούν με τον ίδιο κτηνώδη τρόπο πού με κτύπησαν και μένα.
Πέμπτη 24-1-57
Πληροφορούμαι ότι φονεύθηκε ό Μάρκος Δράκος, ένας από τους καλύτερους αγωνιστές. Με λυπεί αυτό κατάκαρδα, άλλα και δεν χάνω το θάρρος και τις ελπίδες μου. Πιστεύω στην έλευθερίαν της Κύπρου, αργά ή γρήγορα θα ‘ρθεί.
Σαββατο- 26-1-57
Κτυπώ τον τοίχον του διπλανού κελλιού. Δίδω το σύνθημα και το τραγούδι αρχίζει, όπως και τις άλλες μέρες. Όλα περνούν μονότονα και πληκτικά. Πάλι κτυπά ή καμπάνα για τον εσπερινό.
Κυριακή 27-1-57
Μετά από τα πρωινά τροπάρια καί ψαλμούς πού γνώριζα, άρχισα να σκέφτομαι να σχεδιάσω κάτι, στον τοίχο. Συλλαμβάνω την ιδέα. Ή Ελευθερία με το σπαθί ξεγυμνωμένο και τη σημαία ψηλά.
Πέμπτη 31-1-57
Ανοίγει ή πόρτα, όπως συνήθως, τρίζουν οι αμπάρες. Παίρνω τη σούπα μου από λουβάνες, κρεμμύδια κ.λπ. Μετά από λίγο ανοίγει ξανά ή πόρτα και μου λένε να ετοιμασθώ (…). Μου βάζουν τις χειροπέδες (με παίρνει το παράπονο), με ανεβάζουν στο αυτοκίνητο καί με μεταφέρουν στην Κοκκινοτριμιθιά. Νέα ζωή. Γνωστοί και άγνωστοι. “Έληξε το μαρτύριο Αρχίζει νέο.
Από το βιβλίο του Ν.Π. Βασιλειάδη, Εθνομάρτυρες του Κυπριακού “Επους 1955-59, εκδ. Αδελφ. Θεολόγων «Ό Σωτήρ», Αθήνα
Γιάννης Πεγειώτης
Εκπαιδευτικός – Ερευνητής