Το ζήτημα της ταυτότητας των Νεοελλήνων κατά παντού όπου ζούσε Ελληνισμός με προβλημάτισε από τα εφηβικά μου χρόνια. Ιδιαίτερα το ζήτημα της ταυτότητας των Ελλήνων της Κύπρου και τα παίγνια των κομμάτων, ιδιαίτερα των κομματικά ελεγχομένων αρθρογράφων.
Από μικρός κατάλαβα πως όλοι αυτοί οι δημιουργοί μυθευμάτων προς απομάκρυνση μας από την παράδοσήν μας που βιώναμε κοινοτικά στις φτωχογειτονιές και τα χωριά μας δεν αλήθευαν ούτε κατ’ ελάχιστον, όταν πολεμούσαν να μας μπλέξουν με αδιέξοδα προκατασκευασμένων ενοχών για πράξεις που είμαστε αμέτοχοι.
Δεν θα ξεχάσω πόσο αμήχανοι έμεναν όταν τους περιέγραφες τον βίο του Παλληκαρίδη, μια νεότητα Έρωτος προσωπικής και συλλογικής Ελευθερίας και επέμενες πως έτσι θα βρίσκαμε τη νέα ελπίδα τους νέους δρόμους μετά την εισβολή και την κατοχή.
Συχνά έρχονταν οι μαθητές τους με ένα ερώτημα. Μα, με ποιούς είσαι; Πως είναι δυνατόν να μετέχουν άνθρωποι σε όμορφες πρωτοβουλίες δημιουργίας και οι ίδιοι ως πρόσωπα αγωνιζόμενα να μετέχουν στην Ελληνική παράδοση χορεύοντας, τραγουδώντας, ερευνώντας… Να μετέχουν σε ενορία της Εκκλησίας αγαπώντας την Εκκλησία της Κύπρου, με τα λάθη και τα πάθη τους.
Αδύνατον βέβαια να προβληματιστούν οι πλείστοι για την οντολογία που κρυβόταν εμπειρικά έστω πίσω από την ελπίδα και την δημιουργικότητα ετούτων των νεανίδων και των νέων εκείνης της δύσκολης εποχής.
Τα ερωτήματα αυτά επανερχόμενα στις μέρες της κρίσης και της εν τη πτωχεία ακόμη μετά κρίσης. Ερωτούν άνθρωποι ευαίσθητοι πως θα βγούμε από τη μιζέρια του αυτομαστιγώματος και της έμμονης καταλαλιάς, με ένα τρόπο νέο και βαθύτερο παλαιό ριζιμιό και ελπιδοφόρο χωρίς τις ετικέτες του παρελθόντος που μας οδήγησαν στους ανάλγητους κομματικούς καταστροφείς του Συνεργατισμού και των υποδομών μιας αγροτικής οικονομίας που είχε μέλλον αν δεν την καταλαλούσαν κάτι απερίσκεπτοι παραγωγοί σερβιτόρων σε αμπελοχώρια.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΓΕΙΩΤΗΣ