Η ΚΕΡΥΝΕΙΩΤΙΚΗ

Πατριδογνωσία Ποίηση - Λογοτεχία Πολιτισμός

Κατσάνη μας,
Σήμερα μας μιλάς την Κερυνειώτικη.

Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη είναι η Κερυνειώτικη
κι είναι ιστός στερεωμένος στον Πενταδάκτυλο
φορτωμένος ιστορίες παιδιών σε στιγμές απόγνωσης.

Είναι μια γλώσσα η Κερυνειώτικη.
Φοράει την στολή του καταδρομέα,
δρασκελάει τις εκατόν πενήντα οκτώ στροφές του Σολωμού
για να κατηφορίσει στο οδόφραγμα της Δερύνειας αγέλαστη
μ’ ένα πανέρι απογεύματα κι αυγουστιάτικα γιασεμιά.

Ένα κομποσκοίνι είναι η Κερυνειώτικη
κρεμασμένο στο στόμα και τα βλέφαρα της Μιας Μηλιάς,
σε ώρα ακριβή
σε ώρα βαρυσήμαντη
σε ώρα σημειωμένη απάνω στα άσπρα κενοτάφια της Λευκωσίας.

Έτσι μας μιλάς
αδειάζοντας απ’ το παγούρι της Κερυνειώτικης
γράμματα με αποστολέα
έναν κήπο από το Σιδηρόκαστρο
μια βέρα φορεμένη βιαστικά στο δεξί το δάκτυλο
κι εκείνο το φτερό που λείπει απ’ τον θλιμμένο άγγελο της Παναγίας της Κανακαριάς.

Μια θαραλλέα κιμωλία στάζει φως από το Ριζοκάρπασο
και ένας άγιος κτυπάει ακόμη την καμπάνα του για να ‘ρθουν τα χελιδόνια καταχείμωνα.
Γι’ αυτό μας μιλάς την Κερυνειώτικη.
Γιατί δεν ξέρεις άλλο αλφαβητάρι έξω από τούτο.
Γιατί δεν ξέρεις άλλη γλώσσα πιο κατάλληλη, ικανή να σηκώσει την ανημποριά και το βάσανο της μικρής μας θάλασσας.

Γι’ αυτό μας μιλάς την Κερυνειώτικη.

Γιατί είναι το φανάρι μας θαμπό και το θηκάρι μας σκουριασμένο.
Γιατί στη σαΐτα της η σιωπή έχει για υφάδι ένα λωτό
μια πέτρα άλλη ξενική
που ούτε την πήραμε είδηση παρά μόνο όταν μας περικύκλωσε εκείνο το επικίνδυνο μισό της.

Γι’ αυτό μας μιλάς την Κερυνειώτικη,
γιατί είναι , αλοίμονο, η λύπη μας
πολύ κατώτερη των περιστάσεων…

Δεν ήταν χέρια που σας θάψανε
το ξέρουμε καλά.
Ο τελευταίος ασπασμός δεν ήτανε από χείλη αγαπημένα.
Σας σκέπασαν ο ήλιος και ο άνεμος.
όπως όπως…

Μα όταν ήρθαν τα τραγούδια μιας κιθάρας από τον Άγιο Κασσιανό
παρηγορηθήκατε.
Όταν ακούσατε βήματα γυναικών μέσα στη νύχτα να πλησιάζουν παρηγορηθήκατε
κι είπατε πως
«Μιλάνε ακόμη την Κερυνειώτικη αυτοί που μας περιμένουν!»

Κρατείς στα χέρια σου
χρυσά , βαρωσιώτικα, πορτοκάλια
και μας μιλας την Κερυνειώτικη,
τη μόνη που μπορεί να ποτίσει το ξερό χωράφι,
τη μόνη που μπορεί να αντισταθμίσει την απουσία
από το γιορτινό τραπέζι
στο “Χριστός Γεννάται” και στο” Χριστός Ανέστη”.

Πόσα ειπώθηκαν για την καρέκλα την αδειανή…
Για το πιάτο…
Το ποτήρι…
Το ερμάρι που ανοιγοκλείνει με θόρυβο…

Μας μιλάς και μας γράφεις στην Κερυνειώτικη.
Γίναν ρολόι τα χρόνια σου
κι οι λεπτοδείκτες ακόμη αντιστέκονται.

Καθόλου δεν μετάνιωσες. Κι εσύ κι ο Τάσος Μαρκου μας ίδια σκεφτήκατε:

“Μόνο πάνω από τα πτώματά μας
θα περάσει ο εχθρός!”

Έβγαλε έναν ήλιο σήμερα ,
θα βγάλει άλλον αύριο και ούτω καθεξής.

Μα ακούω σφυριά, ταμπούρλα, βουητά κι ανησυχώ.
Γιατί δεν είναι ζήτημα Γεωγραφίας
κατά πού πέφτει η Κερύνεια μας,
αν βρίσκεται περί το μέσον της βόρειας ακτής της Κύπρου,
16 μίλια απ’ την πρωτεύουσα.
Είναι ζήτημα καρδιάς κατά πού πέφτει η Κερύνεια μας.
Και το πρωί πέφτει βαριά.
Και το μεσημέρι ασήκωτη.
Και το βράδυ,
πολύ βαριά.
πολύ βαριά κι ασήκωτη.

Κατσάνη μας,
Σήμερα μας μιλάς την Κερυνειώτικη,
με τον όρθρο της φυλής φορεμένο στο ξανθό σου το πρόσωπο,
μ’ όλη τη γαλανή κληρονομιά σαρκωμένη στα σπλάχνα .

Περιφρουρείς
το εμβαδό της αναμονής,
το μήκος και το πλάτος της ευθύνης.
Περιφρουρείς,
το ύψος μιας μεγάλης προδοσίας,
το βάθος μιας ασήκωτης σκοτεινιάς,
όλη τη γεωμετρία
της τραγωδίας.

Κατσάνη μας
με το πουκάμισο τ’ Αγίου Ιλαρίωνα
περιφρουρείς τον Εφιάλτη
να μην ξεχάσουμε πως μαγάριζαν οι σκύλοι το νησί εκείνο το καλοκαίρι.

-Αχ, Εριφύλη
που δεν σου πήγαιναν τα μαύρα κι όμως τα φόρεσες…
Τίτλος τιμής…

Κατσάνη μας,
εκείνη την στιγμή
που η ιστορία επανέλαβε το γενναίο της χαμόγελο
κι έσκυψε απάνω σου και σου μίλησε
για ψυχές ανθεκτικές
στην αγχόνη και τον Σταυρό,
στο μαχαίρι και την απελπισία
σημείωνες ξανά στο οπισθόφυλλο:
“Μακεδονικός Αγών
σελίδα 1974″.

Κατσάνη μας,
Μια λαμπάδα είναι η Κερυνειώτικη
αναμμένη στην πύλη του Αγίου Ρωμανού,
αναμμένη στις γενναίες βραχονησίδες του Αιγαίου .
Μια βροντερή φωνή είναι η Κερυνειώτικη που υπενθυμίζει
σε κάθε αδιάβαστο
πως αν τη σημαία μας την πάρουν οι αέρηδες
εμείς θα την αντικαταστήσουμε όσες φορές κι αν χρειαστεί
γιατί
απ΄τη Βεργίνα ως τον Απόστολο Ανδρέα της Καρπασίας
έχουμε αμέτρητους αργαλειούς
που θα υφάνουν άλλες

Κατσάνη μας,
γλιτωμό δεν έχουν οι αποφασισμένοι,
οι έτοιμοι δεν έχουν γλιτωμό
Αναχωρούν.
Το ‘ξερες.

Ελένη Σιούφτα
Σιδηρόκαστρο 15 Φεβρουαρίου 2020