Η «χαμένη» κριτική σκέψη

Παιδεία

Στις περσινές Παγκύπριες Εξετάσεις, τα αποτελέσματα ήταν πολύ απογοητευτικά και στο μάθημα των Νέων Ελληνικών, της μητρικής μας γλώσσας. Πολλοί έσπευσαν να προσπαθήσουν να δικαιολογήσουν τα αποτελέσματα, αλλά δεν έπεισαν καθόλου.

Μεταξύ αυτών που σχολίασαν αλλά και έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου ήταν και ο γλωσσολόγος Γεώργιος Μπαμπινιώτης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος «κάλεσε τον υπουργό Παιδείας να αναλάβει πρωτοβουλία επανασχεδιασμού του εκπαιδευτικού συστήματος, προειδοποιώντας πως κάθε απώλεια στη γλώσσα είναι ταυτόχρονα και απώλεια στην ικανότητα της κριτικής σκέψης και της νόησης».

Σίγουρα η ίδια απώλεια της κριτικής σκέψης και νόησης καταγράφεται σε όλα τα μαθήματα.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι ζούμε σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο και απρόβλεπτο περιβάλλον, πρέπει να προετοιμάσουμε τους σημερινούς μαθητές, τους αυριανούς πολίτες αυτού του τόπου, να μπορούν να προσαρμόζονται. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πριν 50 χρόνια ότι όλοι θα κυκλοφορούσαμε με ένα κινητό τηλέφωνο στο χέρι που έχει δυνατότητες φωτογραφικής και υπολογιστικής μηχανής, σύνδεσης με διαδίκτυο, φανάρι, τηλέφωνο και άλλα πολλά. Έρευνες κατέδειξαν ότι στο μέλλον ο εργαζόμενος θα χρειαστεί να αλλάξει οριζόντια μέχρι επτά φορές εργασιακό περιβάλλον. Έπαψε να υφίσταται το παλιό μοντέλο που κάποιος αφυπηρετούσε στο ίδιο εργασιακό περιβάλλον, απλά ανεβαίνοντας στην πυραμίδα.

Κανένα σχολείο και κανένα πρόγραμμα δεν μπορεί να προβλέψει προς τα πού θα κινηθούν οι ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας και ποιες καινούργιες εφευρέσεις θα μας γίνουν απαραίτητες. Εκείνο που επιβάλλεται να μάθουν οι μαθητές μας είναι πώς να προσαρμόζονται στις αλλαγές, πώς να σκέφτονται. Μπορεί να απαντήσει κάποιος, αφού όλοι μπορούν να σκεφτούν. Σίγουρα και όλοι (υγιείς) μπορούν να τρέξουν, αλλά για να κερδίσει κάποιος στους Ολυμπιακούς χρειάζεται προπόνηση. Στην προκειμένη περίπτωση χρειάζεται προπόνηση του «νου». Χρειάζεται να εκτεθεί ο μαθητής σε τέτοιες διαδικασίες που θα τον αναγκάσουν να σκεφτεί. Πρέπει να του γίνει βίωμα ο τρόπος διερεύνησης και συλλογής σχετικών στοιχείων και πληροφοριών, να κρίνει την αξιοπιστία των πηγών ώστε να καταλήγει σε τεκμηριωμένα συμπεράσματα.

Το ισχύον εκπαιδευτικό σύστημα διδάσκει τους αυριανούς πολίτες, τους σημερινούς μαθητές, με μεθόδους του χθες.

Ποιο είναι το ζητούμενο στο εκπαιδευτικό σύστημα (το βασικότερο πρόβλημα, τι υπολείπεται;):

• ικανότητα να μαθαίνει κάποιος μόνος του και να προσαρμόζεται γρήγορα στο καινούργιο περιβάλλον,

• αυτοπεποίθηση στις ικανότητές του,

• ικανότητα κρίσης (κριτική σκέψη)

Χρειάζεται να χρησιμοποιούνται οι γνώσεις, οι δεξιότητες, οι προσωπικές ιδιότητες και η κατανόηση κατάλληλα και αποτελεσματικά όχι μόνο σε γνωστό περιβάλλον και πρόβλημα αλλά και σε εντελώς άγνωστο πρόβλημα σε νέο περιβάλλον. Στα φροντιστήρια, τα παιδιά μαθαίνουν να επιλύουν τις ασκήσεις SOS, που βασικά πρόκειται για απομνημόνευση. Για να επιτύχει κάποιος στη ζωή πρέπει να μπορεί να επιλύει άγνωστα προβλήματα με άγνωστο περιεχόμενο αφού δεν θα έχει κανένα δίπλα του να τον καθοδηγεί με ασκήσεις SOS.

Ακούμε συνεχώς εξαγγελίες του τύπου «να αφαιρεθεί ύλη» και για όσους παρακολουθούν τα εκπαιδευτικά θέματα γνωρίζουν ότι αφαιρείται ύλη εδώ και 25 χρόνια. Δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια αφαίρεσης ύλης διότι η ύλη είναι το «όχημα» μέσω του οποίου ο μαθητής θα μάθει να σκέφτεται, θα αναπτύξει τις δεξιότητες σκέψης του. Εκείνο που επιβάλλεται να γίνει είναι να αλλάξει ο τρόπος προσφοράς της ύλης.

Σε καμία περίπτωση δεν επιρρίπτω ευθύνες στους εκπαιδευτικούς αλλά επιρρίπτω ευθύνες στον εκάστοτε πολιτικό προϊστάμενο. Όποιος αναλάβει το υπουργείο Παιδείας σπεύδει να εξαγγείλει εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, που με βάση τα αποτελέσματα ισοδυναμεί με απορρύθμιση. Επίσης εξαγγέλει χρονοβόρες και δαπανηρές έρευνες. Και το χειρότερο είναι ότι λάθος προσανατολισμός και λανθασμένες οδηγίες γίνονται αντιληπτές σε μερικά χρόνια, όταν η ζημιά έχει ήδη γίνει.

Ο Μπαμπινιώτης «ανέδειξε ως πρόβλημα το γεγονός ότι δεν προσελκύουμε τα παιδιά και δεν τα κάνουμε να αγαπήσουν τη γλώσσα». Θα συμπλήρωνα ότι δεν τα κάνουμε να αγαπήσουν το σχολείο γενικότερα. Δεν είναι τυχαίο ότι αυξήθηκε η σχολική παραβατικότητα και τα κρούσματα βίας. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι όταν ένα παιδί δεν είναι ευτυχισμένο στον χώρο που βρίσκεται, όταν βαριέται και δυσανασχετεί, τότε κάνει αταξίες, είναι στη φύση του. Το παιδί πρέπει να θεωρεί το σχολείο ως έναν χώρο που του ανήκει, όπου περνά ευχάριστα, όχι χώρο καταναγκαστικών έργων. Επιβάλλεται να εκσυγχρονιστούν οι μέθοδοι διδασκαλίας ώστε το ίδιο το παιδί να αποζητά την ενασχόληση με τα μαθήματα.

Το ανθρώπινο δυναμικό (μαθητές και εκπαιδευτικοί) έχουν τεράστιες δυνατότητες, επιβάλλεται να αξιοποιηθούν για το καλό της κοινωνίας.

Ζήνα Πουλλή