To όνομά της έγινε σύμβολο. Σημείο αναφοράς γενναιότητας και πατριωτισμού. Μια Ελληνίδα με πολύ δύσκολη ζωή, αλλά με βλέμμα πεντακάθαρο και καρδιά αγνή.
Όταν την βράβευσε η Ακαδημία, η Δέσποινα Αχλαδιώτου είπε: «…η ζωή στη Ρω δεν είναι και τόσο ευχάριστη, αλλά νιώθεις πιο πολύ την Ελλάδα, χαμένος όπως είσαι στο πέλαγος, λίγες εκατοντάδες μέτρα από τις τουρκικές ακτές. Την Ελληνική σημαία θέλω να μου τη βάλουν μαζί μου στον τάφο…».
Θρύλος για την Ελλάδα μας, σύμβολο της απλότητας, της γενναιότητας και της τιμής
Ήταν 13 Μαΐου 1982 που μια γνήσια Ελληνίδα, η Δέσποινα Αχλαδιώτη, γνωστή σε όλους με το όνομα, «Η κυρά της Ρω» φεύγει από τη ζωή. Ταπεινή, απλή, γυναίκα αγωνίστρια της ζωής. Η ίδια έλεγε πως «…Δεν έκανα και τίποτα σπουδαίο…» για τη ζωή της, κανείς άλλος όμως δεν είχε το θάρρος, τη δύναμη, την αντοχή να κάνει αυτό που εμείς πια θεωρούμαι πάρα πολύ σπουδαίο: Να αγαπάει την Ελλάδα και να το δείχνει, με τόσο απλό αλλά δύσκολο τρόπο. Μια γνήσια και ανεπανάληπτη Ελληνίδα!
“Τα ξερονήσια του Καστελόριζου και της Ρω τα αγαπώ. Έμεινα μόνη μου το 1943 στο Καστελόριζο με την τυφλή μου μάνα, όταν έφευγαν όλοι οι κάτοικοι του νησιού στη Μέση Ανατολή και στην Κύπρο. Με την ελληνική σημαία υψωμένη και την αγάπη για την Ελλάδα βαθιά ριζωμένη μέσα μου πέρασα όλες τις κακουχίες. Βέβαια η ζωή στη Ρω δεν είναι και τόσο ευχάριστη, αλλά νιώθεις πιο πολύ την Ελλάδα χαμένος όπως είσαι στο πέλαγος, λίγες εκατοντάδες μέτρα από τις τούρκικες ακτές. Την ελληνική σημαία, θέλω να μου τη βάλουν στον τάφο μου»… Δέσποινα Αχλαδιώτη
Γεννήθηκε το 1890. Κατά την περίοδο της κατοχής είχε αντιστασιακή δράση, αλλά έγινε γνωστή στο πανελλήνιο ως “κυρά της Ρω” γιατί ως το θάνατό της ύψωνε την ελληνική σημαία στην ακριτική νησίδα της Ρω, κάθε πρωί, και την κατέβαζε με τη Δύση του ήλιου.
Για τα πρώτα χρόνια της ζωής της δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα.
Το 1927, εγκαταστάθηκαν στη Ρω μόνιμα ο Κώστας και η Δέσποινα Αχλαδιώτου για να ασχοληθούν με την κτηνοτροφία, εντελώς μόνοι τους μέχρι το 1940. Τη χρονιά εκείνη όμως αρρώστησε βαριά ο Κώστας Αχλαδιώτης.
Η φωτιά που άναψε η γυναίκα του για να ειδοποιήσει με σινιάλα καπνού τους κατοίκους του Καστελλόριζου και τους παραπλέοντες ψαράδες δεν έγινε εγκαίρως αντιληπτή. Ο σύζυγός της άφησε την τελευταία του πνοή μέσα σε μια ψαρόβαρκα που τον είχε παραλάβει καθυστερημένα για να τον μεταφέρει στο γιατρό του Καστελόριζου. Η κυρά της Ρω φρόντισε μόνη της για την ταφή του συντρόφου της.
Έπειτα, γύρισε πάλι στη Ρω, αυτή τη φορά με τη γριά μητέρα της, όπου πέρασε τα χρόνια της κατοχής. Εκεί θα προσέφερε υπηρεσίες σε στρατιώτες του Ιερού Λόχου. Με “δυνατή φωνή και γοργή περπατησιά”, όπως την περιγράφει ο βιογράφος της Κυριάκος Χονδρός, δεν εγκατέλειψε ποτέ το νησί. Στις 13 Σεπτεμβρίου 1943, για πρώτη φορά Ελληνικό αντιτορπιλικό, το «Παύλος Κουντουριώτης», κατέπλευσε στο Καστελόριζο, όπου βομβαρδίστηκε μέχρι τις 19 Νοεμβρίου 1943 από Γερμανικά στούκας.
Οι κάτοικοι αναγκάστηκαν πάλι να φύγουν με συμμαχικά πλοία είτε προς Κύπρο είτε προς τις μικρασιατικές ακτές. Ωστόσο, η Κυρά της Ρω παρέμεινε στο νησί να υψώνει κάθε πρωί την Ελληνική σημαία, προσφέροντας τη βοήθεια της σε Ιερολοχίτες που βρήκαν καταφύγιο εκεί. Με τη λήξη του πολέμου, ορισμένοι κάτοικοι επέστρεψαν στο Καστελόριζο κατά ομάδες.
Μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου, τα Δωδεκάνησα και μαζί μ’ αυτά και το Καστελόριζο και όλες οι παρακείμενες νησίδες και βραχονησίδες, σύμφωνα με τη Συνθήκη των Παρισίων της 10ης Φεβρουαρίου 1947, περιήλθαν στην Ελλάδα. Η μοίρα της Ρω ήταν λοιπόν αναπόσπαστα συνδεδεμένη μ’ αυτή του Καστελόριζου.
Οι περιπέτειες για την Κυρά της Ρω δεν τελείωσαν με την απελευθέρωση. Τον Αύγουστο του 1975, ο Τούρκος δημοσιογράφος Ομάρ Κασάρ και δύο ακόμα άτομα, παρακολουθώντας τη Ρω και εκμεταλλευόμενοι την ολιγοήμερη απουσία της Δέσποινας Αχλαδιώτου για λόγους υγείας, αποβιβάστηκαν εκεί και τοποθέτησαν πάνω σ’ ένα κοντάρι 4 μέτρων τη σημαία τους. Η Κυρά της Ρω την κατέβασε αμέσως, όταν γύρισε. Στις 1 Σεπτεμβρίου 1975, κατέπλευσε στο Καστελόριζο το ανθυποβρυχιακό σκάφος “Γ. Πεζόπουλος” για συμπαράσταση στην κυρά της Ρω.
Βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών το 1975, το Πολεμικό Ναυτικό, τη Βουλή των Ελλήνων, το Δήμο Ρόδου, την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος και άλλους φορείς. Το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας έστειλε ναυτικό άγημα και αντιπροσωπεία του ΓΕΝ στο Καστελόριζο όπου, στις 23 Νοεμβρίου 1975, της απένειμε το μετάλλιο για την πολεμική περίοδο 1941-1944 για τις «προσφερθείσες εθνικές υπηρεσίες της», όπως ανέφερε η απόφαση του Υπουργού Άμυνας. Απεβίωσε σε ηλικία 92 ετών, σε νοσοκομείο της Ρόδου, στις 13 Μαΐου του 1982.
Η κηδεία της έγινε δημοσία δαπάνη στο Καστελόριζο και η σωρός της μεταφέρθηκε με σκάφος του Πολεμικού Ναυτικού στη Ρω και ετάφη κάτω από τον ιστό όπου ύψωνε την σημαία…
«Δεν έκανα τίποτα σπουδαίο!…»
«…Όταν την παρασημοφόρησε το υπουργείο Αμύνης, ο αρχηγός ΓΕΝ ναύαρχος Εγκολφόπουλος έστειλε στο Καστελόριζο το αντιτορπιλικό «Πάνθηρ» με άγημα ναυτών. Ο πλοίαρχος Λαμπίρης δίνει εκ μέρους του αρχηγού το παράσημο και η Δέσποινα διαβάζει συλλαβιστά την αντιφώνηση της που έγραψε σε μια κόλλα χαρτί.
Κάποια στιγμή, κατέβασε το χειρόγραφό της και απορημένη για τις τιμές, στρέφεται προς το μέρος μας που σημειώναμε αυτά που διάβαζε και μας λέει αφοπλιστικά με παιδική αφέλεια: « Τώρα παιδάκι μ’ γιατί τα κάνουν όλα τούτα; Δεν έκανα και τίποτα σπουδαίο».
Πηγή: Cretalive.gr