Η έννοια τής «εθνικής άµυνας» είναι µια σύνθετη έννοια που περιλαµβάνει κάθε µορφή υπεράσπισης ενός έθνους έναντι επιβουλών και διεκδικήσεων που –άµεσα ή έµµεσα– απειλούν την ύπαρξη, την επιβίωση και την ακεραιότητά του. Κάθε αντίσταση και αγώνας, ένοπλος ή ηθικός, εναντίον έµπρακτης ή επαπειλούµενης αµφισβήτησης των κυριαρχικών δικαιωµάτων, τής ελευθερίας και τής αξιοπρέπειας ενός έθνους συνιστά ό,τι ονοµάζουµε εθνική άµυνα.
∆εν είναι δε τυχαίο ότι η έννοια τής άµυνας έχει συνδεθεί µε την έννοια τού έθνους (µιλούµε για εθνική άµυνα), αφού η άµυνα αναλαµβάνεται και ασκείται κυρίως από τις ένοπλες δυνάµεις µιας χώρας, για να διαφυλαχθούν τα ιερά και τα όσια τα οποία συνιστούν ένα έθνος: η πατρίδα, η θρησκεία, η οικογένεια, οι θεσµοί, η ελευθερία, η δηµοκρατία, η παιδεία, ο πολιτισµός.
Η εθνική άµυνα απλώνεται και σκεπάζει όλα όσα ενσαρκώνει ο ιστορικός βίος ενός έθνους, η εθνική του υπόσταση, η ταυτότητά του ως έθνους. Γι’ αυτό και η άµυνα τού έθνους, η εθνική του άµυνα, έχει µεν ως επίκεντρο και ως αιχµή το ένοπλο τµήµα τής εθνικής άµυνας, τις Ένοπλες ∆υνάµεις, αλλά επεκτείνεται και σε µια ηθική και πνευµατική άµυνα η οποία περιβάλλει, συµπληρώνει και εµπνέει την εθνική άµυνα.
Γιατί δεν πολεµάς και δεν θυσιάζεις τη ζωή σου για την πατρίδα, αν δεν πιστεύεις σε αξίες κι αν δεν εµπνέεσαι από ιδανικά: αν δεν νοιάζεσαι για την ελευθερία τής πατρίδας σου, για τη ζωή και την αξιοπρέπεια των προσώπων που αγαπάς, για τη δηµοκρατία και τις παραδόσεις σου, για τη θρησκεία στην οποία πιστεύεις, για τη δική σου τιµή και την τιµή όλων γύρω σου, για αµέτρητες χιλιάδες συµπατριωτών σου, που δεν τους έχεις συναντήσει ποτέ, αλλά που σε συνδέουν µαζί τους η κοινή πατρίδα, η κοινή καταγωγή, η κοινή γλώσσα, η κοινή πίστη, η κοινή ιστορία, τα κοινή ήθη και έθιµα, η κοινή νοοτροπία, οι κοινές αξίες, ο κοινός πολιτισµός.
Ό,τι µε µια λέξη, στην περίπτωση τής Ελλάδος, θα µπορούσε να ονοµασθεί ελληνική παιδεία και ελληνική συνείδηση: αυτή η βαθύτερη, σώψυχη, βιωµατική και βιούµενη αίσθηση των κοινών ψυχικών αρετών και πνευµατικών ιδιοτήτων τού Έλληνα, το σύνολο των χαρακτηριστικών που ενώνουν όλους τους Έλληνες και τους διακρίνουν ως έθνος. Αυτή ακριβώς η ελληνική παιδεία είναι η εθνική παιδεία µας που είναι προϋπόθεση, στήριγµα και απαντοχή τής εθνικής µας άµυνας.
Να γιατί πιστεύω και υποστηρίζω ότι δεν νοείται εθνική άµυνα που δεν πηγάζει, δεν τροφοδοτείται και δεν εµπνέεται από µια εθνική παιδεία, από µια παιδεία που αποσκοπεί στην καλλιέργεια τής προσωπικότητας τού παιδιού, ώστε να αποτελέσει συνειδητό και υπεύθυνο πολίτη µιας ελεύθερης και δηµοκρατικής χώρας, τής οποίας την ανεξαρτησία, την ακεραιότητα και τους δηµοκρατικούς θεσµούς να αισθάνεται από µόνος του την ανάγκη και να θεωρεί τιµή του να υπερασπίσει, αν και όποτε χρειαστεί.
Η εθνική παιδεία των παιδιών µας, µέσα και έξω από το σχολείο, παράλληλα µε την καλλιέργεια και τόνωση τού εθνικού φρονήµατος των ενηλίκων πολιτών µέσα από πρότυπα και ιδανικά που πρέπει να προβάλλει η κοινωνία µας, η εθνική δηλ. παιδεία σε µια ευρύτερη σύλληψή της, είναι αυτή που οδηγεί σε µια ουσιαστική και ενεργό εθνική άµυνα, στην οποία το ηθικό και πνευµατικό σκέλος παίζουν καθοριστικό ρόλο.
Στο σηµείο αυτό θα ήθελα να κάνω εξ’ αρχής µια εννοιολογική διασάφηση: µιλώντας για εθνική παιδεία δεν εννοώ την εθνικιστική παιδεία, αυτήν που θα µπορούσε να εκτρέψει την παιδεία σε φασιστικές ή απολυταρχικές συλλήψεις τού έθνους, σε εδαφικές διεκδικήσεις και ρατσιστικές διακρίσεις, ασυµβίβαστες προς την έννοια τού έθνους όπως την συνέλαβαν οι Έλληνες και την πραγµάτωσαν µε υποδειγµατικό τρόπο στην αρχαία αθηναϊκή και στη σύγχρονη δηµοκρατία.
Άλλο εθνισµός και εθνικός και άλλο εθνικισµός και εθνικιστικός. Ο πρώτος συµπίπτει µε τον πατριωτισµό και κάθε έννοια πατριωτική που πρέπει να είναι µέληµα και σκοπός τής εθνικής παιδείας, ο δεύτερος συµπίπτει µε µορφές ολοκληρωτισµού διαφόρων χρωµάτων, ανεπίτρεπτες και ασυµβίβαστες µε τα διδάγµατα τού ελληνικού πολιτισµού, τα οποία απετέλεσαν και τη βάση τού ευρωπαϊκού πολιτισµού: την ελευθερία, τη δηµοκρατία, τον σεβασµό τής τιµής και τής αξιοπρέπειας τού άλλου, τα ανθρώπινα δικαιώµατα, τις ανθρωπιστικές αξίες και ό,τι τελικώς συνιστά τη βαθύτερη ουσία τού ανθρώπου.
∆εν είναι τυχαίο, από ιστορικής σκοπιάς, ότι οι πόλεµοι που διεξήγαγε ο Ελληνισµός ήταν όλοι αµυντικοί πόλεµοι, στο πλαίσιο µιας άµυνας του έθνους των Ελλήνων προς υπαρκτούς ή ορατούς κινδύνους. Η εθνική άµυνα µε τις Ένοπλες ∆υνάµεις, µε το στράτευµα και τη στράτευση, προετοιµάζει τους πολίτες να υπερασπισθούν την πατρίδα µε τα όπλα.
Η εθνική παιδεία, µε την καλλιέργεια τού πνεύµατος, τού ήθους και τού φρονήµατος των νέων µέσα από την Εκπαίδευση όλων των βαθµίδων, τούς προετοιµάζει ηθικά και πνευµατικά να καταλάβουν τί σηµαίνει υπεράσπιση τής πατρίδας, ποιες αξίες και ποια ιδανικά έχουν χρέος να υπερασπίσουν όταν χρειαστεί να πολεµήσουν, και γιατί πρέπει – έστω και µε κίνδυνο τής ζωής τους – να αγωνιστούν γι’ αυτά.
Ο σκοπός τής εθνικής παιδείας, δηλ. τής παιδείας που παρέχεται στη σχολική εκπαίδευση, είναι διττός: α) να διδάξει γνώσεις, να εφοδιάσει δηλ. τους µαθητές µε πληροφορίες σε διάφορους κλάδους τού επιστητού και να αναπτύξει τη γνωστική και νοητική δύναµη τού νέου, ώστε να ενεργεί και να σκέπτεται σωστά και δηµιουργικά˙ β) (που ενδιαφέρει το θέµα µας) να καλλιεργήσει την ψυχή και το πνεύµα τού νέου, να τού εµπνεύσει αξίες και ιδανικά, να τού δώσει αρχές, να τού δείξει µορφές συµπεριφοράς και αυτοπειθαρχίας, να τού ξυπνήσει ευαισθησίες ηθικές, κοινωνικές και ανθρωπιστικές.
Ειδικότερα, έργο τής εθνικής παιδείας είναι να µυήσει τον νέο στη γλώσσα, στην ιστορία και στις παραδόσεις τής πατρίδας του, στην πίστη, στις τέχνες και στα γράµµατα και, γενικότερα, στον πολιτισµό, που προσδιορίζει την εθνική του ταυτότητα, την εθνική φυσιογνωµία τής χώρας του και την εθνική ιδιοπροσωπία τού λαού στον οποίον ανήκει.
Και η γνωστική ανάπτυξη του παιδιού, ο πρώτος στόχος που αναφέραµε, και η πνευµατική και ηθική καλλιέργεια και ανάπτυξη τής προσωπικότητας τού παιδιού, ο δεύτερος στόχος, είναι µέληµα και επιδίωξη τής Παιδείας ενός έθνους, ιδίως τής σχολικής Εκπαίδευσης από την οποία περνάει το σύνολο των παιδιών ενός λαού.
Και ο µεν στόχος τής γνωστικής και νοητικής ανάπτυξης επιτυγχάνεται κυρίως µε τα γνωστικά µαθήµατα (µαθηµατικά, φυσική, χηµεία, βιολογία, πληροφορική κ.λπ.), ενώ ο στόχος τής πνευµατικής και εθνικής γενικότερα καλλιέργειας και αγωγής επιτυγχάνεται κυρίως µε τα εθνικά λεγόµενα µαθήµατα (γλώσσα, ιστορία, λογοτεχνία, θρησκευτικά, γεωγραφία, πολιτισµός, παραδόσεις κ.λπ.).
Στους δασκάλους τής πρωτοβάθµιας Εκπαίδευσης και στους καθηγητές τής δευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης, ιδίως τους φιλολόγους, εµπιστεύεται η Πολιτεία, η κοινωνία και το έθνος ολόκληρο την εθνική παιδεία των νέων, την εθνική εκπαίδευση των αυριανών πολιτών του. Αυτό και µόνο δείχνει τί βαρύτητα δίδεται στο Σχολείο και τί βάρος εναποτίθεται στους ώµους των εκπαιδευτικών, των δασκάλων δηλ. των Σχολείων µιας χώρας, των ανθρώπων που θα οδηγήσουν εξ απαλών ονύχων τους νέους να αποκτήσουν εθνική συνείδηση.
Γι’ αυτό και ο ρόλος τού δασκάλου – τού αληθινού δασκάλου και όχι τού απλού διδάσκοντος – σφραγίζει την εθνική Παιδεία και προσδιορίζεται ως λειτούργηµα. Γι’ αυτό και η επάρκεια τού δασκάλου να ασκήσει το µέγα αυτό λειτούργηµα είναι περισσότερο από επιβεβληµένη. Ένα έθνος δεν µπορεί να παίζει εν ου παικτοίς. Γι’ αυτό και ο ρόλος των Πανεπιστηµίων που καταρτίζουν τους δασκάλους και των δύο βαθµίδων τής Παιδείας είναι ιδιαίτερα σηµαντικός, καθοριστικός θα έλεγα τής εθνικής παιδείας.
Γι’ αυτό και είναι πολύ µεγάλη η ευθύνη τής Πολιτείας, η οποία µέσα από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων επιλέγει, καταρτίζει, οργανώνει και ελέγχει το σύστηµα, τη λειτουργία και την απόδοση τής εθνικής παιδείας. Εθνική Παιδεία και Εθνική Άµυνα, άρρηκτα συνδεδεµένες µεταξύ τους, αφού δεν µπορεί να υπάρξει η µία χωρίς την άλλη, συνιστούν τον κορµό τής εθνικής πολιτικής µιας χώρας και βασική προϋπόθεση για την εθνική της ανεξαρτησία, εδαφική και πνευµατική.
Ας προσθέσουµε ότι µια ισχυρή, δηµιουργική και εµπνευσµένη εθνική παιδεία, σε όλες τις βαθµίδες τής Εκπαίδευσης, σε συνδυασµό µε την οικονοµική πολιτική µιας χώρας εξασφαλίζουν και την Εθνική Οικονοµία της, που είναι και αυτή αυτονόητη προϋπόθεση τής εθνικής άµυνας και, κυρίως, τής εθνικής ανεξαρτησίας.
Μια αδύναµη και εξαρτηµένη από άλλες χώρες και δυνάµεις οικονοµία αποδυναµώνει και την εθνική ανεξαρτησία µιας χώρας και τους γενικότερους χειρισµούς της σε όλα τα επίπεδα –και στο επίπεδο τής εθνικής άµυνας.
Με όσα λέω προσπαθώ να δείξω ότι η εθνική άµυνα είναι µια ευρύτερη έννοια. Στηρίζεται αναµφισβητήτως στις Ένοπλες ∆υνάµεις, στο δυναµικό των αξιωµατικών και των οπλιτών όλων των Όπλων, στη στρατιωτική ισχύ, στην υπεροπλία και στην καλή εκπαίδευση των µονίµων και των εφέδρων, αλλά συγχρόνως η εθνική άµυνα έχει ως αφετηρία και βάση την εθνική παιδεία, αυτήν που προετοιµάζει, εµψυχώνει και εµπνέει όσους καλούνται να υπερασπίσουν την πατρίδα και εν καιρώ ειρήνης αλλά, κυρίως, εν καιρώ πολέµου.
Άλλωστε η έννοια τής Παιδείας και τής Εκπαίδευσης διέπει και το ίδιο το στράτευµα. Τι άλλο κάνουν οι Ανώτατες Στρατιωτικές Σχολές από το να παρέχουν εξειδικευµένη στρατιωτική παιδεία αλλά και ευρύτερη εθνική παιδεία στους µελλοντικούς αξιωµατικούς, στους ηγέτες τού στρατεύµατος; Τι άλλο κάνει η Σχολή Εθνικής Αµύνης σ’ ένα υψηλότερο και διευρυµένο επίπεδο; Και, βεβαίως, δεν πρέπει καθόλου να υποτιµά κανείς την εκπαίδευση που παρέχεται στους εφέδρους (οπλίτες και αξιωµατικούς), από την οποίαν όλοι µάθαµε πολλά.
Ότι ο στρατός είναι ένα «µεγάλο σχολείο» είναι εµπειρία και συνείδηση κάθε Έλληνα πολίτη. ∆εν είναι δε καθόλου τυχαίο ότι η έννοια τής πειθαρχίας, η οποία αποτελεί τη βάση τής στρατιωτικής εκπαίδευσης και η οποία είναι η «µέγιστη άσκηση», αφού µ’ αυτήν ο άνθρωπος επιχειρεί να δαµάσει και να επιβληθεί στον εαυτό του, µέσα από την αναγνώριση, τον σεβασµό και τη συµµόρφωσή του σε µια ιεραρχική κλίµακα, δεν είναι τυχαίο, λέω, ότι η πειθαρχία η οποία είναι ευρύτερα γνωστή µε τη λατινική ονοµασία disciplina, έφθασε να σηµάνει και την επιστηµονική πειθαρχία, την ιεραρχηµένη γνώση και συστηµατική οργάνωση των διαφόρων κλάδων τού επιστητού, δηλ. την επιστήµη (discipline).
Γεώργιος Μπαμπινιώτης (Άρθρο στην ιστοσελίδα του)