Πριν από 100 περίπου χρόνια στο πανεπιστήμιο τής Οξφόρδης οι καθηγητές των ανθρωπιστικών σπουδών ήταν όσοι όλοι μαζί οι καθηγητές όλων των άλλων σπουδών! Στη δεκαετία τού ’60 οι ανθρωπιστικές σπουδές είχαν δεσπόζουσα θέση στο ίδιο πανεπιστήμιο, ενώ σήμερα όλο και περισσότερο φθίνουν όπως και σε άλλα πανεπιστήμια τής Ευρώπης με μεγάλη παράδοση και – το σπουδαιότερο – έχουν πάψει σχεδόν να διδάσκονται στα ευρωπαϊκά σχολεία (γυμνάσια – λύκεια).
Αυτή η πραγματικότητα πρέπει να μάς προβληματίσει ιδιαίτερα στην Ελλάδα, τής οποίας ο πολιτισμός έχει άμεση σχέση με τις ανθρωπιστικές σπουδές ανά τον κόσμο και, κατ’ επέκταση, με το πόσο και πώς γνωρίζουν σήμερα οι ξένοι την Ελλάδα ως χώρα που έθεσε τη σφραγίδα της στον ευρωπαϊκό πολιτισμό.
Κάθε πολιτισμός είναι ένα σύνολο αρχών και αξιών που ένας λαός υιοθετεί, καλλιεργεί κα παραδίδει από γενιά σε γενιά. Σ’ αυτόν τον τόπο πιστέψαμε, καλλιεργήσαμε και προβάλαμε μια δέσμη αρχών και αξιών που είχαν επίκεντρο τον άνθρωπο. Τέτοιες αξίες ήταν κυρίως η ελευθερία, η δημοκρατία, η πολιτική και κοινωνική ευθύνη, η αξιοπρέπεια, η δημιουργία θεσμών, ο διάλογος, η καλλιέργεια των γραμμάτων και των τεχνών, η αναζήτηση τής αλήθειας για την ουσία τής ζωής, τού κόσμου, τής ψυχής και τού πνεύματος σε σχέση πάντα με τον άνθρωπο, η δικαιοσύνη, η αισθητική, η επιδίωξη απόκτησης μιας σφαιρικής γνώσης ως προϋπόθεσης σοφίας, η σημασία τής γλώσσας σε ποικίλα επίπεδα (ρητορική, πολιτικός λόγος, δημόσιος λόγος), ο μορφωτικός ρόλος τού θεάτρου κ.ά.
Όλα αυτά τα συστατικά τού πολιτισμού, τον ίδιο τον πολιτισμό όπως τον εννοούμε σήμερα, τον ονομάσαμε παιδεία. Γιατί οι αρχαίοι Έλληνες, οι κατεξοχήν δημιουργοί πολιτισμού, δεν είχαν (με τη σημερινή σημασία) τη λέξη πολιτισμός, που πλάστηκε από τον Κοραή μόλις το 1804, με ανασημασιολόγηση αυτής τής λέξης που αρχικά σήμαινε «δημόσια διοίκηση».
Ό,τι λέμε εμείς σήμερα πολιτισμό το δήλωναν με τη λέξη παιδεία, χρησιμοποιώντας αυτή την πολύ ευρεία έννοια που συνδέεται με την πολύπλευρη καλλιέργεια τής προσωπικότητας τού ανθρώπου μέσα από ποικίλες διαδικασίες, μία από τις οποίες είναι η (σχολική) εκπαίδευση. Κάτι ακόμη: ο πολιτισμός κληροδοτείται ως παράδοση στις νεότερες γενιές («πολιτιστική κληρονομιά»), επιδεχόμενος αλλαγές που υπαγορεύει ο δυναμικός του χαρακτήρας.
Την περίοδο τής Αναγέννησης στην Ευρώπη οι αξίες τού ελληνικού και τού ρωμαϊκού πολιτισμού ανακαλύπτονται και αναδεικνύονται σε πρότυπο διάπλασης τού ανθρώπου. Οι ανθρωπιστικές σπουδές αναγνωρίζονται ως ιδανικό πρότυπο παιδείας και καθιερώνεται συστηματικά η αναστροφή με τα μεγάλα κείμενα τής ελληνικής και τής ρωμαϊκής αρχαιότητας. Τότε είναι που μερικές χιλιάδες έννοιες τής ελληνικής ιδίως σκέψης, δηλούμενες με ελληνικές λέξεις, περνούν στις ευρωπαϊκές γλώσσες, επηρεάζουν και διαμορφώνουν την ευρωπαϊκή σκέψη, με τη δύναμη, την εμβάθυνση και τη δημιουργικότητα τής πρόσληψης από μεγάλα πνεύματα τής Αναγέννησης και των μετέπειτα χρόνων.
Τότε είναι επίσης που στα πρώτα πανεπιστήμια τής Ευρώπης κυριαρχούν οι ανθρωπιστικές σπουδές, για να αποτελέσουν παράδοση πανεπιστημιακών σπουδών και για τους επόμενους αιώνες. Με την πρόοδο των θετικών επιστημών και τη διεύρυνση των κλάδων των κοινωνικών επιστημών, τα πανεπιστήμια αρχίζουν σταδιακά να εισάγουν μια μεγαλύτερη ποικιλία σπουδών, αρχικά εν ονόματι τής πολυμορφίας τής γνώσης, με τάση όλο και μεγαλύτερης διαφοροποίησης και εξειδίκευσης στα νεότερα χρόνια.
Σήμερα η σταδιακή κυριαρχία των εφαρμοσμένων ιδίως επιστημών -εις βάρος συχνά και τής βασικής έρευνας στις θετικές επιστήμες- τείνει να θέσει εκποδών ιδίως τις ανθρωπιστικές σπουδές και να μειώσει δραστικά και τις θεωρητικές. Η ίδια νοοτροπία έχει εκδιώξει τις ανθρωπιστικές σπουδές και από τα σχολικά προγράμματα των ευρωπαϊκών χωρών με εμφανείς επιπτώσεις στην ποιότητα τής γενικής παιδείας στην Ευρώπη, που παλιότερα συγκέντρωνε τον θαυμασμό και αποτελούσε σημείο αναφοράς.
Κατόπιν αυτών και επ’ ευκαιρία των μεταρρυθμίσεων στα Πανεπιστήμιά μας, είναι καιρός να αρχίσει μια ευρύτερη, νηφάλια, επιστημονική και επιστημολογική συζήτηση (όχι συντεχνιακού τύπου) για το ποιος είναι ο χαρακτήρας και ο σκοπός των σπουδών στο πανεπιστήμιο. Πρόχειρες εκτιμήσεις και αφελείς τοποθετήσεις που βλέπουν τις πανεπιστημιακές σπουδές ως απλή επαγγελματική κατάρτιση είναι στυγνά χρησιμοθηρικές και εξ ολοκλήρου εσφαλμένες. Τα πανεπιστήμια δεν είναι επαγγελματικές σχολές!
Η αντίληψη τού «να πάρεις ένα πανεπιστημιακό χαρτί για να βρεις δουλειά» ακυρώνει την έννοια των πανεπιστημιακών σπουδών και τής παιδείας γενικότερα. Είναι θεμιτό για κάποιους κλάδους να υπάρξει ένας κεντρικός σχεδιασμός για μια ορθολογική διάθεση των δημόσιων πόρων (λ.χ. πόσους γιατρούς χρειάζεται η χώρα τα επόμενα χρόνια), αλλά μόνη η επαγγελματική απαχόληση και αποκατάσταση ως κριτήριο θα οδηγούσε σε υποβάθμιση και σταδιακή κατάργηση πολλών πανεπιστημιακών κλάδων με πρώτες τις ανθρωπιστικές σπουδές.
Η πρακτικίστικη, μηχανιστική, καθαρώς ωφελιμιστική προσέγγιση δεν μπορεί να ρυθμίζει τέτοια μεγάλα θέματα. Η μόνη βάση συζητήσεως είναι τι ποιότητα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης μπορούμε να εξασφαλίσουμε. Σ’ αυτόν μάλιστα τον προβληματισμό η έννοια τού «συνεχούς» τής γνώσης υπαγορεύει πλέον τη διεπιστημονική προσέγγιση, μια σύνθεση των γνώσεων με κριτήριο τον άνθρωπο και με αποφυγή τού απ-άνθρωπου κατακερματισμού τής γνώσης.
Η πρόοδος στις νευροεπιστήμες δείχνει πόσο σύνθετες είναι οι διαδικασίες τής γνώσης σε σχέση με τη λειτουργία τού εγκεφάλου και, από άλλο δρόμο, φθάνει σε συμπεράσματα που είχαν διαισθητικά συλλάβει και εφαρμόσει ήδη οι Έλληνες διανοητές, ιδίως στον χώρο τής φιλοσοφίας και τής επιστήμης, για τον ενιαίο χαρακτήρα τής γνώσης.
Γεώργιος Μπαμπινιώτης (από την ιστοσελίδα του)