Τώρα που είναι πλέον ορατό ότι η Τουρκία είναι αποφασισμένη να επιβάλει διά πυρός και σιδήρου τα επεκτατικά της σχέδια σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου, εμφανίσθηκαν από το βάθος, οι φωνές της… λογικής. Είναι οι ίδιες φωνές που θεωρούσαν την παρουσία του Ερντογάν ως… ευκαιρία «για λύση των προβλημάτων» του ελληνισμού.
Είναι οι ίδιοι που στριμώχνονταν για μια «φώτο οπορτούνιτι» δίπλα στον δικτάτορα, αιμοσταγή Ερντογάν για να δείξουν ποιος είναι ο ηγέτης της λύσης (σ.σ. ο Ταγίπ) και να στέλνουν μηνύματα εκδίκησης σε όσους συμπατριώτες τους… τόλμησαν να απορρίψουν ένα διχοτομικό, ρατσιστικό σχέδιο, το οποίο ήταν κομμένο ραμμένο στα μέτρα του τουρκικού εθνικισμού.
Και τι προτείνουν; «Να βρεθεί τρόπος να λυθούν τα προβλήματα», λένε και να εξηγηθεί στην Τουρκία τι της συμφέρει. Προφανώς οι ίδιοι, οι οποίοι από πριν το 2004 είχαν διαμορφώσει κανάλια επικοινωνίας με το σουλτανάτο δεν κατάφεραν να εξηγήσουν επαρκώς.
Και ποιος είναι αυτός ο τρόπος, που δεν τον γνωρίζουμε; Στην πραγματικότητα δεν έχουν πρόταση. «Να λυθούν τα προβλήματα», επαναλαμβάνουν και έχουν… κρυμμένη τη φόρμουλα. Πώς; Με τρόπο που να ικανοποιηθεί η Τουρκία για να καλμάρει. Δεν έμαθαν τόσα χρόνια ότι η Τουρκία με αυτή την τακτική αποθρασύνεται; Δεν τους ενδιαφέρει αυτό καθώς πρωτίστως η πολιτική τους είναι να ταΐζουν το θηρίο, που αποδεικνύεται αχόρταγο.
Το ρεφρέν είναι το ίδιο: «Εάν επιλύαμε το Κυπριακό δεν θα είχαμε όλα αυτά τα ζητήματα με την Τουρκία». Και ποιος ευθύνεται για τη μη λύση του Κυπριακού; Οι Ελληνοκύπριοι; Γιατί, όμως, δεν έλυσε το Κυπριακό, για παράδειγμα, ο Γλαύκος Κληρίδη, ο οποίος θεωρείτο ο «πατριάρχης τους ρεαλισμού»; Ή ο νυν Πρόεδρος, που είναι της ίδιας προσέγγισης; Γιατί δεν το έλυσε ο Δημήτρης Χριστόφιας; Γιατί προφανώς δεν ήθελε η Τουρκία, η οποία ζητά τα πάντα. Οι οπαδοί της όποιας λύσης αυτό δεν το λένε και κατηγορούν την ελληνική πλευρά για μαξιμαλισμό!
Αυτός ο αυτομαζοχισμός είναι σύνδρομο, που είναι αθεράπευτο. Γίνονται, δυστυχώς, φορείς του τουρκικού εθνικισμού. Κόπτονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα άλλων λαών (και σωστά), πλην όμως όταν πρόκειται για αυτά σε Ελλάδα και Κύπρο αρχίζουν οι κλαψιάρικες αναλύσεις για τις ισορροπίες δυνάμεων.
Οι Παλαιστίνοι δεν έχουν την ίδια ισχύ με τους Ισραηλινούς, αλλά δεν έχουν παραδοθεί. Και όταν ζητούν απελευθέρωση δεν είναι εθνικιστές, ενώ οι Κύπριοι που διεκδικούν ελευθερία είναι εθνικιστές.
Αποδέχονται ό,τι προτείνεται, την όποια λύση, επειδή θα χαθεί «η ευκαιρία» (το ίδιο ισχύει και σε μια μερίδα στην αντίπερα όχθη, απορρίπτουν συλλήβδην ό,τι προτείνεται).
Η Τουρκία αξιοποιεί όλες τις «ρεαλιστικές» προσεγγίσεις. Όταν, για παράδειγμα, ακούνε πως η Ελλάδα μπορεί να οριοθετήσει με την Αίγυπτο τμηματικά την ΑΟΖ και να αφήσει εκτός το Καστελόριζο, στην Άγκυρα θεωρούν πως το γκριζάρισμα έπιασε τόπο. Ότι δικαιώθηκαν με την πρακτική του εκφοβισμού.
Να λύσουμε τα προβλήματα λοιπόν με την Τουρκία. Και ποιος δεν θέλει. Πώς, όμως, θα γίνει υπό τις σημερινές συνθήκες; Με τη φινλανδοποίηση της Ελλάδας και της Κύπρου; Αυτό είναι το μοντέλο. Αυτό θέλει η Τουρκία και βρίσκει πρόσφορο έδαφος στην ελληνική πλευρά.
Έχουμε εισέλθει στην πιο κρίσιμη φάση, η Τουρκία τεντώνει το σχοινί, που είναι έτοιμο να σπάσει. Έστω και τώρα, μπορούν να διαμορφωθούν κινήσεις ανάσχεσης και αποτροπής. Διπλωματικά εργαλεία υπάρχουν (ακόμη και στην αμήχανη Ε.Ε.) ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να ενισχυθεί η αμυντική αποτροπή.
Να επιτευχθούν συμμαχίες για θέματα ασφάλειας και να διαμορφωθεί μια στρατηγική για προσέγγιση των Τουρκοκυπρίων. Η λύση του Κυπριακού δεν μπορεί να υπάρξει με ομαλοποίηση με τα κατοχικά δεδομένα. Βαθμηδόν αναγνωρίζεται ανεξάρτητη οντότητα στα κατεχόμενα
Αυτή τη στιγμή αυτό που προέχει είναι να αποτραπεί ένα θερμό επεισόδιο, να σταματήσει η τουρκική επιθετικότητα. Τα όσα άλλα διατυπώνονται στοχεύουν να υποβαθμίσουν τις επιδιώξεις του τουρκικού ιμπεριαλισμού για να προσαρμοστούν Ελλάδα και Κύπρος σε αυτές.
Άρθρο του Κώστα Βενιζέλου στον «Φιλεύθερο»