«Γέννημα» του παρακμάζοντος Ελληνισμού η Τουρκία

Αρθρογραφία Ιστορία

Την σήμερον ημέρα, εν έτει 2020, η Τουρκία συναποτελεί με άλλες 191 χώρες, κράτος μέλος του ΟΗΕ. Εκτεινόμενη σε δύο ηπείρους καλύπτει έναν ευρύτατο γεωγραφικό χώρο από την αν. Θράκη ως την Αλεξανδρέττα (σημ. Hatay) και την άνω Μεσοποταμία (Hakari), μέχρι την Λαζική (Rize) και τις αιγιακές ακτές της Σμύρνης.

Η χωρική ονομασία «Τουρκία» δεν προσδιόριζε ανέκαθεν την εν λόγω έκταση και για την ακρίβεια του λόγου δεν τύγχανε αυτού του χαρακτηρισμού κανένας τόπος πριν τον 11ο αιώνα στην Μ. Ασία και Ευρώπη. Η πατρογονική γη των τουρκογενών φυλετικών νομάδων στην κεντρική Ασία (σημ. Καζακστάν, Κιργιστάν, Ουζμπεκιστάν, Τουρκμενιστάν), υπό την πίεση των Μογγόλων επικυριαρχόντων τους και δυσμενών κλιματικών αλλαγών, άρχισαν να συρρέουν εν πολλοίς στις περιοχές της δυτικής Ασίας τον 11ο αιώνα.

Εντούτοις, το πάλαι ποτέ εξέχον έρεισμα της Ρωμανίας, η Μ. Ασία, η καρδία του ελληνιστικού κόσμου, το οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό οχυρό του Βυζαντίου, έμελλε να καταστεί συνώνυμο αυτού που σήμερα αποκαλείται Τουρκία και ακριβέστερα «ασιατική Τουρκία».

Διερωτάται εδώ κανείς «Πως τα καταφέραμε, εμείς οι Έλληνες, πάλι έτσι;» κατά το κοινώς λεγόμενον. Περιληπτικά, η απάντηση θα μπορούσε απλώς να περιοριστεί στην έννοια και στα παρεπόμενα αυτού που αποκαλείται «παρακμή», «κατάπτωση». Αναλυτικότερα δε, μολονότι η αυτοκρατορία του Βυζαντίου δέχθηκε ισχυρά πλήγματα κατά την μακρόχρονη περίοδο εκτουρκισμού-εξισλαμισμού της Μ. Ασίας (11ος – 15ος αιώνας), όπως η «σταυροφορική» λησταρχία του 1204 – να σημειωθεί ότι σε ουκ ολίγες ακαδημαϊκές δομές της Ανατολής όπως εκείνες του Λιβάνου, οι Σταυροφόροι αποκαλούνται κοινώς κλέφτες («haramiye» στα αραβικά)- και παρά τις επίδοξες τακτικές των Σελτζούκων και της διαχείρισης των Τουρκομάνων προς όφελός τους, παραταύτα, οι Βυζαντινοί, οι Έλληνες του μεσαίωνα, υπέπιπταν διαρκώς σε δραματικά ολισθήματα εις βάρος τους.

Η θρυαλλίδα των όσων θα ακολουθούσαν δεν ήταν άλλη από την μάχη του Μάνζικερτ, της οποίας η κατάληξη καταδίκασε τον Ελληνισμό μέχρι σήμερα. Ωστόσο, ακόμα και η καθ ‘ αυτή μάχη του Μάντζικερτ συγκαταλέγεται στις «μελανές» σελίδες του έθνους, καθότι η προδοσία του Ανδρόνικου Δούκα στο πεδίο της μάχης είχε ως αποτέλεσμα την απρόσμενη κατατρόπωση του βυζαντινού στρατού και την ευτελή αιχμαλωσία – για πρώτη φορά στην ιστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας- του ίδιου του αυτοκράτορα των Ρωμαίων και μάλιστα στα χέρια κάποιων νομάδων.

Η εξαχρείωση, η έπαρση της κωνσταντινοπολίτικης άρχουσας τάξης απέναντι στις επαρχίες, η φορολογική τους αφαίμαξη και τέλος ο φθόνος και η ματαιοδοξία επεκράτησαν στην παραπαίουσα αυτοκρατορία.

Η αλαζονική στάση της πρωτεύουσας καταφαίνεται σε όλες τις εκφάνσεις του αυτοκρατορικού βίου, εντούτοις χαρακτηρισμοί όπως «Πρίγκιπες των Λαζών» (και άρα όχι Ρωμαίων) για τους Κομνηνούς της Τραπεζούντας ή «βάρβαρο έθνος των Παφλαγόνων» – η έννοια έθνος για τους ρωμαίους υπηκόους δήλωνε τους κατοίκους ενός θέματος ή και πόλης- ή ακόμα και άλλα αρνητικά προσωνύμια για το «έθνος των Καππαδοκών» μαρτυρά την άρνηση των κατά τα άλλα λογιωτάτων Κων/πολιτών απέναντι σε υμετέρους υπηκόους της αυτοκρατορίας, η οποία εύλογα υπέσκαπτε την αυτοκρατορική ενότητα κινητοποιώντας τους Ρωμιούς των επαρχιών να αποσκιρτήσουν σταδιακά στον εχθρό.

Μάλιστα, περιηγητές του 13ου και 14ου αιώνα όπως ο Μάρκο Πόλο, αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι οι χριστιανοί αποτελούν σημαντικό μέρος των αστικών τάξεων στα τουρκοκρατούμενα εδάφη της Μ. Ασίας. Ο Γουλιέλμος (William of Rubruque), σύγχρονος του πρώτου, παρατηρεί με δόση υπερβολής ότι «Όσο για την Τουρκία, σας πληροφορώ ότι ούτε ένας στους δέκα κατοίκους εκεί δεν είναι Σαρακηνός. Όλοι είναι Αρμένιοι και Έλληνες».

Είχε πλέον επέλθει το χάος στην χιλιόχρονη αυτοκρατορία. Μισθοφορικά στρατεύματα Φράγκων κ.α. δρούσαν ανεξέλεγκτα με σκοπό τα λάφυρα, επαναστάσεις και αποσχίσεις λάμβαναν χώρα στα ελληνικά εδάφη όπως εκείνη του Ισάακιου στην Κύπρο, η 4η σταυροφορία, η εισχώρηση των Σελτζούκων και τουρκομανικών φυλών στα υψίπεδα της Ανατολίας και όχι μόνο, είχαν επιφέρει ένα εκρηκτικό μείγμα σοβαρών ζητημάτων για τους βυζαντινούς.

Παράλληλα, η ενότητα είχε διαρραγεί. Παρά κάποιες σύντομες περιόδους σχετικής σταθερότητας όπως στην διάρκεια της αυτοκρατορίας της Νίκαιας υπό των Λασκαριδών, οι βυζαντινοί έβλεπαν να εκτυλίσσεται μπροστά τους μια τραγωδία. Επαναστάτες Έλληνες αντιμάχονταν συμπατριώτες τους καλώντας σε βοήθεια του Τούρκους όπως η επανάσταση του 1184 στις πόλεις Λοπάδιο, Νίκαια και Προύσα οπού οι επαναστάτες πολέμησαν σκληρά εναντίον του Ανδρόνικου Κομνηνού, ο οποίος, όταν την κατέπνιξε, τιμώρησε τις πόλεις αυτές με φοβερά αντίποινα. Η σήψη δεν υποχώρησε ποτέ από την συρρικνωμένη αυτοκρατορία.

Έξαλλου, αργότερα οι ίδιοι οι Οθωμανοί κατόρθωσαν να προωθηθούν στην Ευρώπη με την βοήθεια των Βυζαντινών, καθώς οι εμφύλιοι πόλεμοι δεν εξέλειπαν. Τέλος, εικόνες να συστρατεύονται Έλληνες με Τούρκους εναντίον της αυτοκρατορίας ήταν πλέον γνώριμες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Ματθαίος Καντακουζηνός, ο οποίος έλαβε δυνάμεις από τον σουλτάνο Ορχάν και βάδισε κατά της Κων/πόλης στα μέσα του 14ου αιώνα.

Η εξίσωση του Βυζαντίου με τον «Βυζαντινισμό» του 19ου αιώνα – όρος προερχόμενος από την παραδοσιακή απέχθεια των δυτικοευρωπαίων απέναντι στους Βυζαντινούς- ο οποίος περιέγραφε τους Βυζαντινούς ως εγγενώς επιρρεπείς και φύσει δολοφόνους, δολοπλόκους και ιντριγκαδόρους, θα ήταν άδικο για την μακροβιότερη αυτοκρατορία στον κόσμο, ιδίως αν αναλογισθεί ότι η ίδια αποτελούσε οργανικό μέρος της παλαιάς ενιαίας αυτοκρατορίας, σε μια εποχή βεβαίως που η πολιτική και στρατιωτική αστάθεια ήταν γενικευμένη.

Επιπλέον, το φιλότιμο πολλών Βυζαντινών αρχόντων όπως ο Ρωμανός Διογένης, ο Ιωάννης Δούκας Βατάτζης και ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο τελευταίος Ρωμαίος αυτοκράτορας του κόσμου, είναι αδιαμφισβήτητο. Ιθύνοντες νόες σαν και αυτούς, κράτησαν όρθια την αυτοκρατορία εν συνόλω, αλλά και τον ίδιο τον Ελληνισμό. Όπως και να έχει, το τέλος του Βυζαντίου και η πτώση του ελληνικού κόσμου σηματοδότησε το τέλος της διπολικότητας της Ευρώπης, Καθολικής Γερμανό-ιταλο-φραγκικής Δύσης εναντίον Ελληνικής Ορθόδοξης Ανατολής, και την επέκταση και ευημερία της πρώτης.

Βαλεριανός Μουρτζανάκης, Φοιτητής του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου πανεπιστημίου

cognoscoteam.gr