Καθώς οι καμπάνες χτυπούν επικίνδυνα, και το πολιτικό σύστημα συστρατεύεται, όχι για να υπερασπιστεί τα εθνικά δικαιώματα, αλλά για να «πουλήσει» στους πολίτες τη συνδιαχείριση (joint development) του Αιγαίου που απεργάζεται, ήρθε η ώρα να εργαστούμε όλοι μαζί, φορείς, ιδρύματα και κοινωνία, για ένα σύγχρονο Ελληνικό όραμα για τις θάλασσες.
Αντιμετωπίζοντας την ιστορική πραγματικότητα, συνειδητοποιούμε πως καθ’ όλη τη μεταπολίτευση, δεν υπήρξε ποτέ ούτε σχέδιο, ούτε στρατηγική, ούτε βέβαια εθνικό όραμα για τα ζωτικής σημασίας για την πατρίδα μας, θαλάσσια ζητήματα.
Δεν είναι όμως αργά για να πιέσουμε έστω και τώρα την πολιτεία, να εγκαταλείψει την μειοδοτική και παραχωρητική πολιτική του κατευνασμού και να προωθήσει ένα ενωτικό εθνικό όραμα για τον Ελληνισμό. Αυτό, συνίσταται κυρίως από δύο μέρη.
Πρώτον, η Ελλάδα πρέπει να καταβάλει κάθε πολιτική, διπλωματική και στρατιωτική προσπάθεια για να διασφαλίσει τα πλήρη κυριαρχικά δικαιώματά της στο Αιγαίο, εξασφαλίζοντας πλήρη και απόλυτη επήρεια Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στα νησιά μας, και δη στο σύμπλεγμα της Μεγίστης (όπως άλλωστε ορίζει ρητώς το Διεθνές δίκαιο της θάλασσας – άρθ. 121§2).
Το αυτό προφανώς ισχύει και για τις λοιπές θαλάσσιες ζώνες, ενώ αναγκαιεί η άμεση σχετική οριοθέτηση ΑΟΖ με την Κύπρο. Τα ανωτέρω, αφενός εξασφαλίζουν στη χώρα μας αυτά που δικαιούται, ενώ αφετέρου επιτυγχάνουν τη διασύνδεση της ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου, δημιουργώντας έτσι μια ενιαία Ελληνική θάλασσα.
Οι προεκτάσεις επίτευξης και ολοκλήρωσης του πρώτου άξονα του οράματος για τις θάλασσες είναι πραγματικά απεριόριστες. Αρχικά, εντός της ενωμένης ΑΟΖ, Ελλάδα και Κύπρος μπορούν να προχωρήσουν σε πλήρη αξιοποίηση των φυσικών πόρων της θάλασσας, από τον ορυκτό και υποθαλάσσιο πλούτο, μέχρι την υδροηλεκτρική ενέργεια και την παραγωγή ηλεκτρισμού μέσω θαλάσσιων κυμάτων (κυματική ενέργεια). Έπειτα, οι δύο χώρες μπορούν να προχωρήσουν σε υπερθαλάσσιες κατασκευές εντός της ΑΟΖ, μέχρι και στη δημιουργία τεχνητών νησιών, τα οποία μπορούν να φιλοξενήσουν αεροδρόμια και ναυτικές βάσεις, και να ενισχύσουν τον δεύτερο άξονα του Ελληνικού οράματος για τις θάλασσες (βλ. παρακάτω).
Τέλος, η ΑΟΖ θα δώσει πλήρη δικαιώματα στις δύο χώρες του Ελληνισμού για την αξιοποίηση της αλιείας τους, ενώ με μια αυστηρή αλιευτική πολιτική (Διεθνές δίκαιο της θάλασσας – άρθ. 73), Ελλάδα και Κύπρος θα αποκτήσουν το δικαίωμα να σταματούν και να ελέγχουν αλλοδαπά πλοία, αντιμετωπίζοντας έτσι υγειονομικές και περιβαλλοντικές απειλές, αλλά και εξαρθρώνοντας δια παντός το κύκλωμα διακίνησης ανθρώπινων ψυχών που έχει στήσει η Τουρκία με τη μεταναστευτική κρίση.
Όλα τα ανωτέρω αναφέρονται πάντα σε αντιδιαστολή με τους εγχώριους Εφιάλτες του διπλωματικού, δημοσιογραφικού και πολιτικού ανθελληνικού χώρου που μιλούν για περιορισμένες επήρειες των Ελληνικών νησιών, επιχειρώντας να προκαταβάλλουν αρνητικά και με ηττοπάθεια την πατρίδα μας. Ξέρουν αυτοί τι υποστηρίζουν και γιατί το πράττουν. Χρέος μας να τους αφήσουμε έκθετους στα μάτια των συμπολιτών μας.
Το δεύτερο σκέλος του Ελληνικού οράματος για τις θάλασσες, δεν μπορεί να είναι άλλο από την στρατηγική και ουσιαστική ένωση του Ελληνισμού, μέσω ενός Αμυντικού Συμφώνου Ελλάδας – Κύπρου.
Πρόκειται για μία συμμαχία η οποία θα καταργήσει de facto την επονείδιστη Συνθήκη Εγγυήσεως του Καραμανλικού καθεστώτος, ως ξεπερασμένη και πολιτικά κολάσιμη, μιας και το Αμυντικό Σύμφωνο θα είναι η μόνη διεθνής συμφωνία που θα αναφέρεται σε κοινή στρατιωτική άμυνα και υποστήριξη μεταξύ των δύο κρατών.
Με τη διμερή αυτή συμφωνία, οι ένοπλες δυνάμεις της Ελλάδας θα βρίσκονται σε διαρκή ετοιμότητα για να συνεισφέρουν στην κοινή άμυνα βάσει του Αμυντικού Συμφώνου. Αυτό περιλαμβάνει κοινές ασκήσεις, ανταλλαγή τεχνογνωσίας, αεροπορική και ναυτική κάλυψη της Κύπρου από την Ελλάδα, Ελληνική προστασία των εργασιών εταιριών που δραστηριοποιούνται εντός της Κυπριακής ΑΟΖ, φιλοξενία Ελλαδικών αεροσκαφών, πολεμικών πλοίων και πυραυλικών συστημάτων στην Κυπριακή Δημοκρατία και επακόλουθη διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας, της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων των δύο χωρών.
Το Αμυντικό Σύμφωνο περιλαμβάνει και υπερκαλύπτει το ενιαίο αμυντικό δόγμα, ενώ σε συνδυασμό με το πρώτο σκέλος του Ελληνικού οράματος για τις θαλάσσιες ζώνες, προσδίδει το απαραίτητο κύρος και την ισχύ στον Ελληνισμό να προχωρήσει σε αξιοποίηση του πλούτου της ανατολικής Μεσογείου, σε συνεργασία με τρίτες χώρες και πολυεθνικές εταιρίες, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την ασφάλεια των πολιτών από τον βάρβαρο Τουρκικό επεκτατισμό.
Δύναται επίσης να σηματοδοτήσει επί της ουσίας, την εκκίνηση της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας εντός της Ε.Ε., καλώντας και άλλες χώρες να προχωρήσουν σε αυτήν, σε εθελοντική βάση. Πρόκειται άλλωστε για αίτημα και άλλων Ευρωπαϊκών χωρών και των πολιτών τους, ιδιαίτερα σε μια περίοδο μεταναστευτικών, οικονομικών και υγειονομικών κρίσεων, και σε πείσμα του γραφειοκρατικού ιερατείου των Βρυξελλών το οποίο παραμένει ύποπτα ανενεργό και διαπλεκόμενο.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε, πως η Τουρκία είναι πραγματικά μια «πειρατική» χώρα και οφείλουμε να την αντιμετωπίζουμε ως τέτοια. Έχοντας προκαλέσει αποσταθεροποίηση και διατάραξη της ειρήνης στην περιοχή, με πολλαπλές και διαρκείς παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εδαφικής κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων άλλων χωρών, είναι η Τουρκία αυτή που πρέπει να πληρώσει το τίμημα της παραβατικής της συμπεριφοράς και ουδείς άλλος. Στους εγχώριους φιλότουρκους που μιλούν για Ελληνικό μαξιμαλισμό, να υπενθυμίσουμε πως είναι αυτοί και μόνον αυτοί που μας έφτασαν στο απροχώρητο, με την πλάτη στον τοίχο και υπό καθεστώς φασιστικής περικύκλωσης.
Να θυμίσουμε επίσης στα φερέφωνα του Ερντογάν, πως λόγω της παράνομης δράσης των Τούρκων στην περιοχή, η ζυγαριά του διεθνούς δικαίου έχει ήδη γύρει σε μεγάλο βαθμό εναντίον της Τουρκίας.
Σκοπός του εθνικού οράματος είναι να κεφαλαιοποιήσει ο Ελληνισμός αυτή την ανισότητα.
Το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει την υποχρέωση να σταματήσει τις εθνικές υποχωρήσεις και την εγχώρια διαφθορά, και να πράξει το καθήκον του, υιοθετώντας ένα Ελληνικό εθνικό όραμα για τις θαλάσσιες ζώνες. Να καταστήσει αυτοσκοπό την ένωση των ΑΟΖ των δύο Ελληνικών κρατών, να ανασύρει το εξωνημένο Κυπριακό πολιτικό προσωπικό από τον βούρκο που σέρνεται τα τελευταία χρόνια.
Nα προχωρήσει σε ένα Αμυντικό Σύμφωνο που θα θωρακίσει την ασφάλεια όλων μας και θα επανεργοποιήσει την αμυντική βιομηχανία, να αναθερμάνει τις αδελφικές σχέσεις των Ελλήνων με έμφαση στους νέους, να επανενώσει ηθικά, πολιτιστικά και στρατηγικά τον Ελληνισμό, και να ολοκληρώσει το καθήκον της Ελλάδας που είναι η ειρήνη και η ασφάλεια των λαών της ανατολικής Μεσογείου.
Σταύρος Καλεντερίδης