Κάλλιο αργά παρά ποτέ!
Οι αμυντικές πρωτοβουλίες της Ελληνικής Κυβέρνησης για άμεση προμήθεια αμυντικού υλικού σύγχρονης τεχνολογίας κυρίως στην αεροπορία με τις παραγγελίες των Rafale και των F-35, καθώς και η αναζήτηση αντιαεροπορικών μέσων για αντιμετώπιση της απειλής των drones, χαρακτηρίζονται από υψηλό αίσθημα ευθύνης έναντι του λαού και του έθνους.
Φαίνεται πως είναι αποτέλεσμα βαθιάς συνειδητοποίησης ότι η υπεράσπιση των δικαίων της χώρας μας μετατοπίζεται στην ικανότητα αποτροπής μας και όχι στις αόριστες και βερμπαλιστικές δηλώσεις των συμμάχων μας, γιατί, αν ίσχυαν οι διαβεβαιώσεις των συμμάχων και τα ψηφίσματα των διεθνών οργανισμών, η κατειλημμένη εδώ και 46 χρόνια Κύπρος θα είχε ελευθερωθεί.
Ευτυχώς κατάλαβαν οι ιθύνοντες ότι η αμυντική ισχύς διασφαλίζει στο έπακρον την ακεραιότητα, την υπόληψη και το κύρος της χώρας και επιπλέον ενισχύει την ανάπτυξη της χώρας.
Η Τουρκία δεν θα προέβαινε στις ηγεμονικές κινήσεις της στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, αν δεν στηριζόταν στην ισχύ της που της προσπορίζει η αμυντική της βιομηχανία, η οποία δεν είναι αποτέλεσμα εσωτερικής τεχνολογικής ανάπτυξης της Τουρκίας, αλλά συνεργασίας και συμπαραγωγής, την οποία σταδιακά μεθόδευσε με τους συμμάχους.
Η παραγωγή προηγμένων οπλικών συστημάτων, όπως τεθωρακισμένων οχημάτων, τανκς, πυραυλικών συστημάτων και μάλιστα εσχάτως υγρών καυσίμων, χιλιάδων drones, που η χρήση τους στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ έγειραν την πλάστιγγα της νίκης προς το μέρος των Αζέρων, εντός ολίγου αεροπλάνων κ.ά., της έδωσε τη δυνατότητα να εκμεταλλευθεί την απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτειών από την περιοχή και να προωθήσει τις ηγεμονικές της αξιώσεις, διαπιστώνοντας την αδυναμία της Ευρωπαϊκής ένωσης να διαδραματίσει έναν σοβαρό ρόλο στην περιοχή, λόγω ανυπαρξίας κοινής εξωτερικής αμυντικής πολιτικής.
Η μόνη ευρωπαϊκή δύναμη που διαθέτει τις προϋποθέσεις μιας αυτόνομης ηγεμονικής παρουσίας στην περιοχή και είναι ικανή να περιορίσει τις νεοοθωμανικές φιλοδοξίες είναι η Γαλλία. Με αυτήν θα έπρεπε η Ελλάδα και η Κύπρος να προσδεθούν περισσότερο μέσω αμυντικής συμφωνίας αμφίδρομου οφέλους, ώστε και η Γαλλία να αποκτήσει ένα έρεισμα στην περιοχή και η Ελλάδα με την Κύπρο να καλύπτονται από μία ασφαλή συμμαχική συνδρομή.
Σκόπιμο επίσης είναι και με την Αυστρία, που αντιτίθεται στην πολιτική του Ερντογάν, να συνάψει η Ελλάδα και η Κύπρος αμυντικές σχέσεις, των οποίων τα οφέλη, εκτός από τον στρατιωτικό τομέα μετακυλίονται και στη διπλωματία. Επειδή η στρατηγική του Ερντογάν στην περιοχή αποσκοπεί στη διάσπαση του θαλάσσιου και εναέριου Ενιαίου Αμυντικού Χώρου (ΕΑΧ) και στην απομόνωση της Κύπρου, για να αποτελέσει εύκολο στόχο, είναι επιβεβλημένο, ειδικά η Κύπρος, να αναδυθεί από τον μακάριο ευδαιμονισμό της και να συμμετάσχει ενεργά στην αγορά, έστω και μεταχειρισμένων, αεροσκαφών Rafale, με σκοπό και τη διασφάλιση της επιβίωσής της.
Η διατήρηση της στρατηγικής αξίας του ΕΑΧ και η σθεναρή αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας από κοινού με την Ελλάδα, για να αποσοβηθούν οι στρατηγικοί σχεδιασμοί του Ερντογάν στην Κύπρο, το Αιγαίο και τη Θράκη, είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για μια νικηφόρα αντιμετώπιση των νεοοθωμανικών προκλήσεων.
Η απειλούμενη με ην προμήθεια αεροσκαφών ανατροπή της ισορροπίας στον αέρα είναι ενδεχόμενο να αντιμετωπισθεί από τον Ερντογάν με την αγορά ρωσικών αεροσκαφών, τα οποία μάλλον θα είναι τα Sukhoi-57 παρά τα Sukhoi-35.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τρέχει και το πυρηνικό πρόγραμμα της Τουρκίας, για το οποίο δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι η Τουρκία θα το εκμεταλλευθεί στρατιωτικά. Σε περίπτωση πάντως που η Τουρκία απομακρυνθεί από τη Δύση και προσχωρήσει στο ρωσικό στρατόπεδο, τότε πρέπει να υπολογίζει ότι εσωτερικές αυτονομιστικές κινήσεις που εμποδίζονταν από τη Δύση μέχρι τώρα, ίσως βρουν αποφασιστική διέξοδο.
Αυτό που μέχρι τώρα συγκρατεί την τουρκική επιθετικότητα είναι η ποιοτική διαφορά του έμψυχου στρατιωτικού δυναμικού της Ελλάδας και ο φόβος μιας τοπικής ή περιορισμένης ήττας, ιδίως μετά την απόκτηση των Rafale και των F-35, η οποία θα πυροδοτήσει αρνητικές αντιδράσεις στο εσωτερικό της Τουρκίας.
Είναι απαραίτητο να δοθεί το μήνυμα στην Τουρκία ότι δεν βασιζόμαστε στις υποσχέσεις άλλων, αλλά στη δική μας ισχύ, η οποία μέρα με τη μέρα θα βαίνει αυξανόμενη, ιδίως με την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας.
Είναι επίσης απαραίτητο η Κύπρος να δώσει το μήνυμα ότι δεν παραμένει αδύναμο θύμα, αλλά μια μικρή δύναμη που θα επιφέρει υπολογίσιμα κτυπήματα στους Τούρκους, αν βέβαια αντιληφθεί ότι η ελευθερία της περνά μέσα από την ισχυρή άμυνα και τη δική της και της Ελλάδας και ανάλογα να προσαρμόσει τη στρατηγική της.
Βασίλειος Λ. Κωνσταντινόπουλος
Καθηγητής Πανεπιστημίου