Περί ρεαλισμού και άλλων δαιμονίων
Θανάσης Φωτίου
Οι αρχικές απορίες, «Πού το πάει ο Χάρης; Τι θέλει να πει και δεν το λέει ξεκάθαρα; Τώρα αυτό είναι ενδοτισμός ή απορριπτισμός;», έδωσαν την εντύπωση ότι η παρέμβαση του αναπληρωτή προέδρου του Δημοκρατικού Συναγερμού, «Νέος Ρεαλισμός», ένα άρθρο 595 λέξεων στην «Καθημερινή» της 3ης Ιανουαρίου, θα καταγραφόταν στην Ιστορία μαζί με τον περίφημο διφορούμενο χρησμό «ἥξεις ἀφήξεις οὐκ ἐν πολέμῳ θνήξεις».
Μάλιστα, δεδομένου ότι ο χρησμός ήταν προφορικός, ακριβώς για να επιτρέπει διττή ερμηνεία, η γραπτή παρέμβαση του πρώην υπουργού Οικονομικών εξασφάλιζε προβάδισμα και κατατασσόταν στην κορυφή. «…Για να κατανοήσω τι ακριβώς επιδιώκεις μέσα από το άρθρο σου θα πρέπει να γράψεις ακόμη ένα επεξηγηματικό του πρώτου», του υπέδειξε ο Σωκράτης Χάσικος και ο Χάρης Γεωργιάδης επανήλθε αυτή τη φορά με μια εν εκτάσει συνέντευξη, προκειμένου να αποσαφηνίσει τις σκέψεις του. Θεωρώ πως ο πρώην υπουργός των Οικονομικών, αν και απέφυγε επιμελώς να επισέλθει σε λεπτομέρειες που να ξεκαθαρίζουν πλήρως σκέψεις και προθέσεις, εντούτοις ήταν πέρα για πέρα σαφής.
Καταρχάς, ας δούμε τι είπε ο Χάρης Γεωργιάδης στο άρθρο του, αλλά και στη συνέντευξή του που ακολούθησε. Μας κάλεσε να δούμε τις «πραγματικότητες» μ’ έναν αρκούντως περιγραφικό τρόπο που ένας αντικειμενικός παρατηρητής θα δυσκολευόταν να σκεφτεί τι άλλο διαφορετικό μπορεί να εννοεί ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου ή ο Αχμέτ Γιλντίζ ή ο Ερσίν Τατάρ όταν καλούν τον ΟΗΕ να δει τις «πραγματικότητες» στο νησί και όταν διακηρύσσουν ότι η λύση του Κυπριακού μπορεί να είναι επιτυχής μόνο αν βασίζεται στις «πραγματικότητες».
Είπε: «Θα πρέπει να μιλήσουμε καθαρά» και πρόσθεσε: «Θέλουμε λύση, αλλά δεν αποδεχόμαστε ομοσπονδία και ό,τι να ‘ναι». Εν ολίγοις, επανέλαβε μια γνωστή θέση του Τάσσου Παπαδόπουλου, του ΔΗΚΟ και του λεγόμενου ενδιάμεσου χώρου -λύση… με σωστό περιεχόμενο- με μια επιπλέον ουρά: «δεν αποδεχόμαστε ομοσπονδία και ό,τι να ‘ναι».
Προχώρησε ένα βήμα παρακάτω, δηλώνοντας ότι η ομοσπονδία δεν πρέπει να είναι δόγμα και θέσφατο, ενώ σε ερώτηση, αν θεωρεί τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία τελειωμένη υπόθεση και πλέον η λύση δύο κρατών να αποτελεί ένα πιθανό σενάριο, απάντησε ότι η τελευταία ευκαιρία για λύση (προφανώς εννοούσε τέτοιας μορφής) ήταν το 2004, ενώ σε κανένα σημείο δεν καταφέρθηκε εναντίον της λύσης των δύο κρατών, όπως ακριβώς και ο Νίκος Αναστασιάδης στις συνεντεύξεις του, που, παρόλο που αρνείται ότι φλέρταρε μαζί τους, η μόνιμη επωδός του είναι: «Είμαι αρκούντως πραγματιστής για να ξέρω ότι η λύση δύο κρατών δεν θα γίνει αποδεκτή» -χωρίς οποιαδήποτε αναφορά σε συνέπειες/κινδύνους ή κάτι, τέλος πάντων, αρνητικό για μια τέτοια διευθέτηση.
Ο δε Χάρης Γεωργιάδης, ακόμα κι όταν του υποδεικνύεται από τη δημοσιογράφο ότι πολλοί του καταλογίζουν φλερτ με τη διχοτόμηση και τα δύο κράτη, εκείνος επικαλείται απλώς το πολιτικό θάρρος που έδειξε ο Γλαύκος Κληρίδης αποδεχόμενος το 1974 την ομοσπονδιακή λύση, «προκειμένου να μη χάσουμε τη μισή μας πατρίδα». Κάνοντας δε μια εκτενή αναφορά σ’ όσα μεσολάβησαν και εδραιώθηκαν επί του εδάφους –οι «πραγματικότητες» που λέγαμε πιο πάνω, τουτέστιν οι πρόσφυγες έχουν πεθάνει, η γη τουρκοποιήθηκε- περνά στο διά ταύτα:
Από το «για να μη χάσουμε τη μισή μας πατρίδα» του Κληρίδη, το 1974, στο… να σώσουμε τη μισή που μας έμεινε, του 2021, θέση που συζητιέται ήδη από πολλούς, έστω ψιθυριστά για την ώρα, σε διαδρόμους και σαλόνια. Ο Χάρης Γεωργιάδης, βεβαίως, δεν χρησιμοποιεί τις λέξεις που χρησιμοποίησα εγώ. Ο Χάρης Γεωργιάδης λέει: «Πρέπει να ζυγίσουμε σωστά τα δεδομένα, να αποφασίσουμε τι πρέπει οπωσδήποτε να διαφυλάξουμε».
Αρκούντως ξεκάθαρο, αν και θα σημείωνα ότι ο Νίκος Αναστασιάδης το είχε αποδώσει πιο εύγλωττα, τον Ιανουάριο του 2019: «O καθένας έχει υποχρέωση να αναλάβει τις ευθύνες του, έτσι ώστε το κοµµάτι που βρίσκεται ελεύθερο, που φιλοξενεί τους Ελληνοκύπριους, το κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας, να µην περάσει στον κίνδυνο να βρεθεί ή να μετατραπεί σε κοινότητα». Και, σαφώς, με έναν πιο δραματικό τρόπο ο Τάσσος Παπαδόπουλος, πριν από δεκαέξι χρόνια: «Παρέλαβα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω “κοινότητα”».
Εκείνο που διαφοροποιεί τον Χάρη Γεωργιάδη, που τον κάνει πιο «τολμηρό» από άλλους και καθιστά την παρέμβασή του αξιοπρόσεκτη -και όταν λέω άλλους, εννοώ π.χ. τον Τάσσο Παπαδόπουλο ο οποίος είχε πει ότι η παρούσα κατάσταση είναι η δεύτερη καλύτερη λύση, θέση που ενστερνίζονται πολλοί- είναι που ο αναπληρωτής Πρόεδρος του ΔΗΣΥ ξεκαθαρίζει ότι δεν ευνοεί τη συνέχιση ενός αόριστου μακροχρόνιου αγώνα και το τρενάρισμα του Κυπριακού που επί δεκαετίες ακολούθησε η ελληνοκυπριακή ηγεσία. Φαίνεται ότι διαπιστώνει πως η παρακαταθήκη του Μιχάλη Δούντα, «να αφεθεί η υπόθεση να εκφυλιστεί, ώστε να καταλήξουμε σε ντε φάκτο διχοτόμηση», έφτασε στο τέλος της, έπραξε το «καθήκον» της και τώρα είναι η ώρα να πάμε ένα βήμα παραπέρα.
Και, σαφέστατα, η άλλη παρακαταθήκη, αυτή του Μακαρίου στη σύσκεψη των Αθηνών, το 1974, «Εάν οι Τούρκοι πρόκειται να μας επιστρέψουν μόνον το 10% των όσων κατέλαβον και ημείς να υπογράψωμεν, τότε είναι προτιμότερον να έχουν το 40% χωρίς να υπογράψωμεν», θεωρείται υπό τις περιστάσεις ξεπερασμένη. Ο Χάρης Γεωργιάδης λέει: «…Η διαιώνιση της υφιστάμενης κατάστασης δεν είναι διατηρήσιμη» / «έχουμε μια Τουρκία που κινείται επιθετικά και αναθεωρητικά..» / «…το πιο ανησυχητικό είναι ότι η μη λύση δεν θα είναι στατική, αλλά θα προκύπτουν κίνδυνοι…». Συνεπώς, ο μακροχρόνιος αγώνας κάπου εδώ πρέπει να τελειώσει.
Θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι ο Χάρης Γεωργιάδης διαθέτει έναν κυνισμό εξωφρενικό -το απέδειξε άλλωστε η θητεία του στο υπουργείο Οικονομικών- τον οποίο λίγοι διαθέτουν. Σε καλεί να δεις τις «πραγματικότητες», εκμεταλλεύεται όλα τα φοβικά σύνδρομα των Ελληνοκυπρίων μπροστά στο ενδεχόμενο λύσης, ταυτόχρονα υπερτονίζει ότι η μη λύση δεν είναι λύση, θα εγκυμονεί κινδύνους, και πλασάρει έμμεσα το ξεμπέρδεμα ως «λυτρωτικό». Και συνάμα, «πατριωτικό».
Ναι, ο Χάρης Γεωργιάδης έχει τον κυνισμό (κι ας μη θεωρηθεί αυτό έλλειψη πατριωτισμού, ούτε το υπονοώ) να ξεμπερδέψει με το Κυπριακό -αποφεύγω να χρησιμοποιήσω άλλα επίθετα, για ευνόητους λόγους- και να αναφωνήσει «Νενικήκαμεν». Ή κάτι παρόμοιο, όπως στην περίπτωση του Συνεργατισμού: «Αυτό που έγινε ήταν θετικό. Δεν ήταν μία αρνητική εξέλιξη». Θα εκπλαγείτε όταν διαπιστώσετε πόσοι είναι πρόθυμοι να υιοθετήσουν μια τέτοια εξέλιξη.
Το γεγονός δε ότι, μετά κι από την προχθεσινή συνέντευξη του Αβέρωφ Νεοφύτου στο ΡΙΚ και στον Αντρέα Κημήτρη, υπήρξαν ήδη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τοποθετήσεις από κόσμο της Δεξιάς κι από κόσμο δεξιότερα της Δεξιάς (αλλά και στην αντίπερα όχθη αναπαράγονται παρόμοιες απόψεις) που θεωρούν τον πρόεδρο του ΔΗΣΥ «ενδοτικό» και τον αναπληρωτή πρόεδρο «ανένδοτο», λέει πολλά. Το γεγονός, επίσης, ότι όλα αυτά διατυπώνονται στο παρά πέντε της νέα προσπάθειας λέει ακόμα περισσότερα.
Φιλελεύθερα, 17.1.2021