Η διάβαση του ποταμού Προύθου στη Μολδαβία από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη τον Φεβρουάριο του 1821. Λιθογραφία του Peter von Hess, Μόναχο, 1852. Ο πρωτότυπος πίνακας βρίσκεται στη Στοά Arcaden του κήπου του Λουδοβίκου στο Μόναχο. Αντίγραφο του βρίσκεται στην Αθήνα στο Μουσείο Μπενάκη.
Η πρώτη πολεμική πράξη της ελληνικής επαναστάσεως του ’21, ήταν πριν 200 χρόνια η διάβαση του ποταμού Προύθου στη Μολδαβία, από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και η είσοδός του στο Ιάσιο.
Η ελληνική επανάσταση στη Μολδοβλαχία το 1821 υπήρξε η πρώτη επαναστατική ενέργεια των εξεγερμένων Ελλήνων εις βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διήρκεσε επί επτά σχεδόν μήνες και έληξε με ήττα των επαναστατών. Πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της εξέγερσης ήταν ο επικεφαλής της Φιλικής Εταιρείας πρίγκιπας Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο οποίος είχε τη γενική ευθύνη των επιχειρήσεων.
Από τα τέλη του 1820 σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε από τους Φιλικούς στο Ισμαήλι της Βεσσαραβίας λήφθηκε η απόφαση έναρξης της ελληνικής επανάστασης, καθώς οι συνθήκες, λόγω της δέσμευσης μεγάλων τουρκικών δυνάμεων στην Ήπειρο εναντίον του Αλή-Πασά, θεωρήθηκαν ευνοϊκές. Η ημερομηνία της επανάστασης δεν καθορίσθηκε επακριβώς αφού υπήρχαν αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις στο εσωτερικό των επαναστατών, ωστόσο αυτή τοποθετήθηκε χρονικά εντός του επομένου έτους (1821). Τον Ιανουάριο του 1821, ώστόσο, πληροφορίες που έφτασαν στους ηγέτες των επαναστατών έκαναν λόγο για ενημέρωση της Υψηλής Πύλης σχετικά με το επαναστατικό σχέδιο, οπότε λήφθηκε η απόφαση να επισπευθεί η εξέγερση, σε ταυτόχρονες μάλιστα εστίες.
Η περιοχή των δυο παραδουνάβιων ηγεμονιών Μολδαβίας και Βλαχίας (τμημάτων της σημερινής Ρουμανίας) απολάμβανε καθεστώς αυτονομίας υπό την εγγύηση του τσάρου της Ρωσίας, με χριστιανό ηγεμόνα (το Μιχαήλ Σούτσο, ο οποίος είχε μυηθεί στην Εταιρεία- από το 1819), κατοικούνταν δε από σημαντικά τμήματα χριστιανικών πληθυσμών, οπότε θεωρήθηκαν ως ιδανικός τόπος για την ανάφλεξη μιας επαναστατικής εστίας. Ακόμη και στην περίπτωση που η επανάσταση δεν πετύχαινε εκεί (πράγμα που τελικά και συνέβη) θα μπορούσε η εξέγερση στο βόρειο άκρο της Βαλκανικής χερσονήσου να λειτουργήσει παρελκυστικά ως αντιπερισπασμός προκειμένου να ευοδωθεί η επανάσταση στη Νότια Ελλάδα (Πελοπόννησος, Στερεά Ελλάδα και αλλού).
Η έναρξη της επανάστασης στη Μολδοβλαχία είχε σχεδιαστεί για την 25η Μαρτίου 1821, αλλά λόγω του θανάτου του ηγεμόνα Αλεξάνδρου Σούτσου ο Υψηλάντης αποφάσισε να κινηθεί ενωρίτερα. Την 21 Φεβρουαρίου στο Γαλάτσι έγινε εξέγερση ομάδας Κεφαλλήνων και άλλων Ελλήνων ενόπλων και 30 μισθοφόρων “Αλβανών” υπό τον καπετάν Βασίλειο Καραβιά, χωροφύλακα της πόλης. Φονεύθηκαν περίπου 80 εξέχοντες οθωμανοί και 17 συνελήφθησαν, ενώ αιχμαλωτίστηκαν και 11 οθωμανικά πλοία.
Στις 22 Φεβρουαρίου του 1821 ο Υψηλάντης επικεφαλής των επαναστατικών δυνάμεων πέρασε τον ποταμό Προύθο και αποβιβάστηκε στα υπό κατάληψη εδάφη, κηρύσσοντας την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Με προκήρυξή του που τιτλοφόρησε «Μάχου υπέρ Πίστεως και Ελπίδος», την οποία εξέδωσε δυο μέρες αργότερα (24 Φεβρουαρίου) στο Ιάσιο, απευθύνθηκε έμμεσα στις ευρωπαϊκές αυλές ταυτόχρονα με την προσπάθειά του να εξυψώσει το ηθικό όλων των υποδούλων Ελλήνων, αφού έκανε λόγο για μια κραταιά δύναμη (υπονοώντας την τσαρική Ρωσία) η οποία σύντομα θα τασόταν στο πλευρό των εξεγερμένων.
Άλλη προκήρυξη απηύθυνε ο Υψηλάντης “Προς το έθνος της Μολδοβλαχίας” με ημερομηνία 23-2-1821. Ο Υψηλάντης απευθυνόταν σε όλους τους χριστιανούς υποτελείς κατοίκους των ηγεμονιών και όχι μόνο στους ελληνικής καταγωγής πληθυσμούς, ελπίζοντας να προκαλέσει γενική εξέγερση εναντίον των Οθωμανών, σύμφωνα με τα κελεύσματα του Ρήγα Φεραίου. Επί τόπου μαζί με τους άνδρες τους έσπευσαν δυο ικανοί οπλαρχηγοί που ήδη δρούσαν στην περιοχή, ο Ιωάννης Φαρμάκης και ο Γεωργάκης Ολύμπιος.
Οι Έλληνες, παρασυρμένοι από το πάθος και την επιθυμία τους για απελευθέρωση, εκτράπηκαν σε υπερβασίες και σε αρκετές περιπτώσεις πρόεβησαν σε βιαιοπραγίες κατά ντόπιων μουσουλμάνων προύχοντων και εμπόρων (σημειώθηκαν μάλιστα και μερικές δολοφονίες), με αποτέλεσμα οι κάτοικοι των ηγεμονιών να τρομοκρατηθούν και τελικά να μη συμμετάσχουν μαζικά στην εξέγερση. Ο Υψηλάντης δεν κατόρθωσε να στρατολογήσει περισσότερους από 2.000 εθελοντές. Ακολούθησαν έρανοι μεταξύ των κατοίκων, από τους οποίους συγκεντρώθηκε ένα χρηματικό ποσό της τάξης του ενός εκατομμυρίου γροσιών, ενώ συγκροτήθηκε επίσημα (με λάβαρα, σημαία κλπ) ο Ιερός Λόχος, ένα επίλεκτο στρατιωτικό σώμα το οποίο αποτελούσαν περίπου 500 νεαροί Έλληνες φοιτητές που σπούδαζαν κυρίως στην Ευρώπη. Αρχηγός του ορίσθηκε ο Νικόλαος Υψηλάντης, ένας εκ των αδελφών του Αλέξανδρου Υψηλάντη.
Οι πρώτες αντιδράσεις, αμέσως μόλις έγιναν γνωστές οι κινήσεις του Υψηλάντη υπήρξαν αρνητικές για τους επαναστάτες. Πιεζόμενος από το Σουλτάνο, ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ αποκήρυξε το κίνημα και αφόρισε τον αρχηγό του. Ο τσάρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας καθαίρεσε άμεσα τον Υψηλάντη (που υπηρετούσε ως αξιωματικός του αυτοκρατορικού στρατού) και, το χειρότερο, έκανε δεκτό το αίτημα της Πύλης για είσοδο τουρκικών στρατευμάτων στις δυο ηγεμονίες, προς κατάπνιξη της στάσης. Παράλληλα, σύσσωμες οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης αποδοκίμασαν την επανάσταση.
Στις 17 Μαρτίου οι επαναστατικές δυνάμεις κατέλαβαν δίχως αντίσταση το Βουκουρέστι (τότε πρωτεύουσα της Βλαχίας) και ύψωσαν την επαναστατική σημαία. Η πρώτη ένοπλη σύγκρουση με τους Οθωμανούς έλαβε χώρα στην περιοχή του Γαλατσίου, αλλά ήταν περιορισμένης έκτασης, έληξε δε με διάσπαση των σουλτανικών γραμμών από τα ελληνικά τμήματα στα οποία επικεφαλής ήταν ο οπλαρχηγός Καρπενησιώτης.
Οι μάχες εντάθηκαν σύντομα, με αποκορύφωμα τη Μάχη του Δραγατσανίου τον Ιούνιο του 1821, όπου οι επαναστατικές δυνάμεις συντρίφτηκαν και απειλήθηκαν με ολοσχερή καταστροφή και διάλυση. Μικρές εστίες αντίστασης εξακολούθησαν να μαίνονται στο Σκουλένι και τη Μονή Σέκου (το Σεπτέμβριο), ωστόσο η τύχη της εξέγερσης είχε ήδη κριθεί.
Κατισχυμένος και απογοητευμένος από την εξέλιξη των επιχειρήσεων, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κατάφερε με κόπο να διαφύγει μαζί με ορισμένους επιτελείς του και να παραδοθεί στους Αυστριακούς. Μια μικρή ομάδα, 100 περίπου διασωθέντων ανδρών πέτυχε να φτάσει έως τα κυρίως ελληνικά εδάφη στο νότο, ενώ η πλειονότητα των ανδρών του Ιερού Λόχου σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίσθηκαν και εκτελέσθηκαν επί τόπου. Ηρωϊκός υπήρξε ο θάνατος των οπλαρχηγών Φαρμάκη και Ολύμπιου, οι οποίοι πολέμησαν μέχρις εσχάτων.
Η έκβαση της επανάστασης στη Μολδοβλαχία ήταν ολέθρια για την ελληνική πλευρά, ωστόσο οι συνέπειές της αξιολογούνται θετικά, καθώς χάρις σε αυτήν κινητοποιήθηκε μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, υπήρξε διεθνής συγκίνηση για τη θυσία των ανδρών του Ιερού Λόχου και ευνοήθηκε σε έναν βαθμό η εξέγερση στην υπόλοιπη χώρα.