Ο Μεγαλομάρτυρας και Τροπαιοφόρος – Ο μεγάλος Καππαδόκης – Ο προστάτης του Πεζικού
Ο Άγιος Γεώργιος ο Μεγαλομάρτυρας και Τροπαιοφόρος γεννήθηκε στην Καππαδοκία το 275 μ.Χ. και οι γονείς του ανήκαν σε οικογένεια αρχοντική. Η μητέρα του καταγόταν, σύμφωνα με τις παραδόσεις της Εκκλησίας, από την Παλαιστίνη. Η μνήμη του γιορτάζεται στις 25 Απριλίου (κινητή εορτή).
Υμνήθηκε όσο κανένας άλλος από τους Αγίους της Εκκλησίας, και ιδιαίτερα στον Πόντο, και πέθανε μαρτυρικά σε ηλικία μόλις 28 χρονών.
Ήταν 18 χρονών όταν στρατεύθηκε στον ρωμαϊκό στρατό. Αν και νέος στην ηλικία, διεκπεραίωνε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις στην εντέλεια. Γι’ αυτό γρήγορα τον προήγαγαν σε ανώτερα αξιώματα και του έδωσαν τον τίτλο του κόμη. Ακόμα και ο ίδιος ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός τον εκτιμούσε πολύ. Πολύ γρήγορα, όμως, ο αυτοκράτορας στράφηκε εναντίον της χριστιανικής θρησκείας με σκοπό να ανορθώσει την ειδωλολατρία.
Τα φρικτά βασανιστήρια
Όταν κήρυξε διωγμούς εναντίον των χριστιανών, ο Γεώργιος όχι μόνο δεν εκτέλεσε το σχετικό διάταγμα του αυτοκράτορα, αλλά ομολόγησε ότι ήταν χριστιανός και συνελήφθη. Oργισμένος ο Διοκλητιανός διέταξε να τον κλείσουν στην φυλακή. Παρά τις πιέσεις που δέχτηκε ο Γεώργιος έμεινε ακλόνητος στην ομολογία του, γι’ αυτό ο αυτοκράτορας τον υπέβαλε σε μια σειρά βασανιστήρια. Τον έδεσαν σε έναν μεγάλο τροχό με κοφτερά σίδερα για να κομματιαστεί το σώμα του· όμως ο Άγιος λύθηκε από τον τροχό και το καταπληγωμένο σώμα του θεραπεύτηκε αμέσως.
Σε μια δεύτερη απόπειρα, τον έριξαν σε έναν λάκκο με ασβέστη και νερό και τον άφησαν μέσα τρεις μέρες και τρεις νύχτες, ώστε που να διαλυθούν μέχρι και τα κόκαλά του. Όμως προς έκπληξη όλων βρήκαν τον Γεώργιο όρθιο, μέσα στον ασβέστη, να προσεύχεται. Ο Διοκλητιανός οργισμένος διέταξε να του φορέσουν πυρακτωμένα παπούτσια με σιδερένια καρφιά και τον εξαναγκάσουν να περπατά. Ο Άγιος προσευχόταν και περπατούσε χωρίς να παθαίνει τίποτα.
Η ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Γεωργίου του Μεγαλομάρτυρα γιορταζόταν στον Πόντο στις 3 Νοεμβρίου.
Ο αυτοκράτορας, αδυνατώντας να βρει άλλη λύση, κάλεσε τον μάγο Αθανάσιο για να λύσει τα «μάγια» του Γεωργίου. Ο μάγος Αθανάσιος έφερε δύο πήλινα αγγεία με δηλητήριο. Το δηλητήριο του πρώτου αγγείου προξενούσε τρέλα, ενώ του δεύτερου το θάνατο. Ο άγιος χωρίς δισταγμό ήπιε το δηλητήριο και από τα δύο δοχεία, και δεν έπαθε απολύτως τίποτα.
Ο μάγος Αθανάσιος, που ήξερε πόσο δραστικά ήταν τα δηλητήρια, αφού γονάτισε μπροστά στον μάρτυρα, ομολόγησε την πίστη του στο Θεό. Τότε ο Διοκλητιανός διέταξε και εκτέλεσαν τον Αθανάσιο αμέσως. Εκείνη τη στιγμή έφθασε η γυναίκα του Διοκλητιανού Αλεξάνδρα, η οποία επίσης ομολόγησε την πίστη της στον Θεό· ο σκληρός και άκαρδος Διοκλητιανός διέταξε να την φυλακίσουν και την επομένη να της κόψουν το κεφάλι.
Το όνειρο λίγο πριν από το τέλος
Ο Γεώργιος κλείστηκε στη φυλακή και τη νύχτα είδε στ’ όνειρό του τον Χριστό, που του ανήγγειλε ότι θα πάρει το στεφάνι του μαρτυρίου και θα αξιωθεί της αιώνιας ζωής. Σαν ξημέρωσε, ο Γεώργιος παρουσιάστηκε μπροστά στον αυτοκράτορα γεμάτος χαρά, επειδή γνώριζε ότι έφτασε το τέλος του. Μόλις λοιπόν τον αντίκρισε ο Διοκλητιανός, του πρότεινε να πάνε στο ναό του Απόλλωνα για να θυσιάσει στο είδωλό του.
Όταν μπήκε ο Άγιος στο ναό, σήκωσε το χέρι και αφού έκανε το σημείο του σταυρού διέταξε το είδωλο να πέσει. Αμέσως τούτο έπεσε και έγινε κομμάτια.
Ο ιερέας των ειδώλων και ο λαός θύμωσαν τόσο πολύ και φώναζαν στον βασιλέα να θανατώσει τον Γεώργιο. Ο Διοκλητιανός τότε έβγαλε διαταγή και του έκοψαν το κεφάλι. Ο πιστός υπηρέτης του Μεγαλομάρτυρα, Πασικράτης, εκτελώντας την επιθυμία του Αγίου, παρέλαβε το Άγιο Λείψανό του μαζί με αυτό της μητέρας του Αγίας Πολυχρονίας και το μετέφερε στη Λύδδα της Παλαιστίνης. Ο τάφος του Αγίου βρίσκεται εκεί μέχρι σήμερα, όπου τον επισκέπτονται πολλοί πιστοί για να τον προσκυνήσουν.