Το επισκεπτήριο του πολέμου
Το επισκεπτήριο του πολέμου είναι πανομοιότυπο επί χιλιετία. Το ίδιο και το προοίμιο της επαναλαμβανόμενης απειλής. Μόνο οι αποστολείς αλλάζουν. Στα χρόνια μας προηγήθηκε ο Ετζεβίτ το 1974. Τώρα το υπογράφει ο Ερντογάν. Και το επαναλαμβάνει το φερέφωνο.
Ο Χουλουσί Ακάρ που επαναφέρει στη μνήμη όσα θυμούνται οι Τούρκοι και ξεχνούν οι Έλληνες. Τη Μικρασιατική Καταστροφή πριν 97 χρόνια και την Κυπριακή Καταστροφή πριν 45. Και οι τηλεβόες των επερχομένων το αναμεταδίδουν στην οικουμένη: «Είμαστε στο ίδιο σημείο που βρισκόμασταν το 1974 στην Κύπρο. Ό,τι χρειάστηκε να γίνει εκείνη τη μέρα θα γίνει και σήμερα», είπε ο Υπ. Άμυνας στην Άγκυρα…
Οι Τούρκοι είναι μιμητικοί. Δεν χρειάζονται να ψάχνουν άλλους τρόπους έκφρασης της φυλετικής τους νοοτροπίας. Αναλλοίωτη η συνταγή. Επανάληψη της επιδρομής. Άλλοτε ηγούνταν ο Αρσλάν, ο Τουγκρίλ, ο Βαγιαζίτ, ο Λαλλά Μουσταφά, ο Τζαχάς, ο Ταλαάτ, ο Κεμάλ, ο Ντενκτάς. Επαναλαμβανόμενη και η ιδία μέθοδος. Στρατιωτική επιδρομή, λεηλασίες, βιασμοί, σφαγές, αρπαγές εδαφών, δημιουργία κατοχικών κρατών, εναντίον αντιπάλου επαναλαμβανόμενης μαζοχιστικής απρονοησίας και αφέλειας. Ο Γιουνγκ θα έλεγε απόλυτης βλακείας. Στην «Εγκυκλοπαίδεια της Βλακείας» ο Ματάϊας φον Μπόξελ θα αναμετάδιδε την σαρκαστική διαπίστωση για την ηλιθιότητα.
Χίλια χρόνια μας ακρωτηριάζουν. Από τη Μικρά Ασία των 9 εκατομμυρίων, καταντήσαμε στη Μικρή Ελλάδα, στην σκλάβα Κύπρο, στην εγκαταλειμμένη Μακεδονία. Και πλήθη νεοελλήνων θυμίζουν τους Αθηναίους που οικτίρει ο Πλάτων στον Γοργία: τεμπέληδες, δειλοί, φλύαροι και φιλάργυροι. Που δεν αντιδρούν, δεν οργίζονται εναντίον όσων επιβάλλεται. Και μαστιγώνονται από τον Ισοκράτη: «Οι μη οργιζόμενοι εφ οις δει, ηλίθιοι δοκούντες είναι». Χειροκροτούν και συναγελάζονται με τους γαλονάδες που καταπρόδωσαν την Κύπρο κι αντί να τους στήσουν στο Γουδί, τους φορτώνουν σιρίτια να καλύπτουν την καταισχύνη τους. Κι οι Έλληνες όπως τους «συφοριαμένους Τρώες», του Αλεξανδρινού ποιητή, που τρέχουν να γλυτώσουν, «όμως η πτώση τους είναι βεβαία. Επάνω / στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος»/…
Γνωρίζουμε με ποιους έχουμε να κάνουμε. Το εμπεδώσαμε. Δεν έχουμε δικαίωμα να αμφιβάλλουμε. Οι πανωλεθρίες άφησαν πληγές που αιμορραγούν. Οσφραινόμεθα την οσμή του αίματος. «Το αίμα βοά κατά την Βίβλο». Και όμως παρηγοριόμαστε με τις αυταπάτες. Δεν αντιδρούμε. Δεν προπαρασκευαζόμαστε. Χασκογελούμε και περιμένουμε να μας σφάξουν. Και τα αίματα των προηγουμένων είναι νωπά. 45 χρόνια κηδεύουμε κάθε μέρα νεκρούς του 1974. Μαζευόμαστε στις εκκλησιές και ακούοντας τα εγγόνια των θυμάτων να υμνούν τους ηρωικούς πατέρες κουνάμε περίλυποι τα κεφάλια. Τίποτε άλλο.
Αλλά, όταν ακούγαμε τον Ματαφιά να προτείνει επέλαση και απελευθέρωση του φαντάσματος κλειδοστομιάζαμε. Ήταν τότε που οι Εγγλέζοι έστησαν οδοφράγματα στη Δεκέλια, κι ο στρατηγός διέταξε τα τεθωρακισμένα να τα σαρώσουν και να προχωρήσουν στα Κοκκινοχώρια. Ακούγαμε τον Κυπριανού να αρνείται το Βαρώσι, στο σχέδιο Αμερικανών, Καναδών, Άγγλων και συγκατανεύαμε! Τους βλέπαμε να παρακάμπτουν τη συμφωνία Γ΄ Βιέννης για τη δύστυχη Καρπασία και δεν τους φτύναμε. Τηρούσαμε σιγή ενόχων. Αντικρίζαμε την κατάπτυστη συμφωνία Ζυρίχης και θεοποιούσαμε τους υπογράψαντες, χωρίς να ρωτήσουν τον λαό που δέσμευαν. Και τώρα, οι πληγές της παγίδας εκείνης κακοφορμίζουν και δεν λέμε κουβέντα…
Δεν έχουμε αμφιβολία για την προδοσία της Χούντας αλλά δεν απαιτούμε εκτελεστικό για τους προδότες. Αντίθετα, ανεχόμαστε τα κοράκια που τους χειροκροτούν όταν τους στολίζουν με παράσημα! Οι Τούρκοι εξοπλίζονται μισό αιώνα για να μας επιτεθούν ολοκληρώνοντας το σχέδιο «τελικής λύσης». Στήνουν τα κανόνια τους, κουβαλούν τους ρωσικούς πυραύλους απέναντί μας κι εμείς βγάζουμε λόγους. Δεν μεριμνήσαμε, αν μη τι άλλο, για την στοιχειώδη άμυνα της ζωής των παιδιών μας. Και ανεχόμαστε τα λεφτά από τη φορολογία για την άμυνα να διασπαθίζονται για την ενίσχυση όσων κουβάλησαν άρρωστα ζώα από τα κατεχόμενα και… ζημιώθηκαν!
Οι εκάστοτε κακή τη μοίρα ηγέτες δεν ήταν μόνο απαράδεκτοι αλλά αποδεικνύονταν αρνητικοί έναντι των λογικών δυνατοτήτων αντίστασης στην εχθρική επιβουλή. Και επιλήσμονες των ιερών αναγκαιοτήτων και των υποχρεώσεών τους. Ο ιστορικός Ντάγκλας Ντέικιν καταγγέλλει πως είμαστε το μόνο έθνος που δεν απελευθέρωσε την ιερή του πόλη. Την Κωνσταντινούπολη, όπως παρατηρεί επικριτική η Ελένη Αρβελέρ.
Κι ο Στέλιος Παπαθεμελής τονίζει πως δυο φορές αρνήθηκαν οι πολιτικοί της εποχής την απελευθέρωση της πρωτεύουσας των μεγάλων προσδοκιών «ΕΣΤΙΑ». Το 1922 όταν οι άκαπνοι βασιλικοί ανατροπείς του Βενιζέλου έστειλαν τον ανασυγκροτημένο στρατό στον Σαγγάριο, όπου τον περίμεναν οι σφαγείς του, αντί στην Τσαλάντζα και το 1923 όταν δεν επιτέθηκαν στον διαλυόμενο από φατρίες στρατό του Κεμάλ. Και βέβαια όταν το 1974, ο αρχηγός του ΓΕΕΦ Μπονάνος, αντί να διατάξει δράση των προωθημένων υποβρυχίων «Νηρεύς» και «Γλαύκος» πήγε να κοιμηθεί!
Η πολιτική αποφυγή έγινε τακτική από τους ηγέτες και κληρονομική απάθεια από τους κυβερνώντες που έβλεπαν τα επερχόμενα δεινά αλλά παράκαμπταν την προνοητική υποχρέωση αντίστασης. Και ο λαός επαναλαμβάνει το δραματικό ερώτημα: Αφού η κοινή αντίληψη δείχνει τους Τούρκους να προετοιμάζουν την «τελική λύση», γιατί, με ποια δικαιολογία, αδρανούσαν; Γιατί δεν αρνήθηκαν την αλλαξοδρόμηση των S300 του δωσίλογου Σημίτη; Γιατί διασπάθιζαν το δημόσιο χρήμα για ψηφοθηρίες, αντί να εξασφαλίζουν οπλισμό αναμονής του εισβολέα;
Γιάννης Χρ. Σπανός
Γεννήθηκε στη Γιαλούσα της Κύπρου. Φιλόλογος – Ιστορικός, Δημοσιογράφος. Αρχισυντάκτης – αρθρογράφος εφημερίδων της Λευκωσίας, συνεργάτης εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης και ραδιοτηλεοπτικών δικτύων Κύπρου και Ελλάδας. Συγγραφέας 48 βιβλίων, φιλολογικών, ιστορικών, μυθιστορημάτων και δραματικών θεατρικών έργων, χιλιάδων άρθρων, ερευνών και μελετών.