Η ελληνική γλώσσα είναι ένας ανεκτίμητος, ζωντανός θησαυρός.
Έχει κατακτήσει τον κόσμο με την ομορφιά, την ουσία και την μουσικότητα της αλλά και για πολλούς άλλους λόγους:
Η αγγλική γλώσσα έχει 490.000 λέξεις, από τις οποίες 41.615 λέξεις προέρχονται από την ελληνική γλώσσα (βιβλίο Γκίνες).
Η Ελληνική, με τη μαθηματική δομή της, είναι η γλώσσα της πληροφορικής και της νέας γενιάς των εξελιγμένων υπολογιστών, διότι μόνο σε αυτή δεν υπάρχουν όρια (Μπιλ Γκέιτς, Microsoft).
Η Ελληνική και η Κινεζική είναι οι μόνες γλώσσες με συνεχή ζώσα παρουσία από τους ίδιους λαούς και στον ίδιο χώρο εδώ και 4.000 έτη. Όλες οι γλώσσες θεωρούνται κρυφοελληνικές, με πλούσια δάνεια από τη μητέρα των γλωσσών, την Ελληνική (Francisco Adrados, γλωσσολόγος).
Η ελληνική γλώσσα περιλαμβάνει λέξεις και έννοιες που παραμένουν χωρίς απόδοση στις υπόλοιπες γλώσσες, όπως άμιλλα, θαλπωρή και φιλότιμο.
Μόνον η ελληνική γλώσσα ξεχωρίζει τη ζωή από το βίο, την αγάπη από τον έρωτα.
Μόνον αυτή διαχωρίζει, διατηρώντας το ίδιο ριζικό θέμα, το ατύχημα από το δυστύχημα, το συμφέρον από το ενδιαφέρον.
Το εκπληκτικό είναι ότι η ίδια η ελληνική γλώσσα μάς διδάσκει συνεχώς πώς να γράφουμε σωστά. Μέσω της ετυμολογίας, μπορούμε να καταλάβουμε ποιος είναι ο σωστός τρόπος γραφής, ακόμα και λέξεων που ποτέ δεν έχουμε δει ή γράψει.
Είναι πραγματικά συγκλονιστικό συναίσθημα το να μιλάς και ταυτόχρονα να συνειδητοποιείς τι ακριβώς λες, να εκστομίζεις την κάθε λέξη, το σημαίνον, και ταυτόχρονα να σκέφτεσαι τη σημασία της, το σημαινόμενο.
Στη γλώσσα υπάρχουν το σημαίνον (η λέξη) και το σημαινόμενο (η έννοια). Στην ελληνική γλώσσα αυτά τα δύο έχουν πρωτογενή σχέση, καθώς, αντίθετα με τις άλλες γλώσσες, το σημαίνον δεν είναι μια τυχαία σειρά από γράμματα.
Γι’ αυτόν το λόγο πολλοί διαχωρίζουν την Ελληνική ως «εννοιολογική» γλώσσα από τις υπόλοιπες «σημειολογικές» γλώσσες.
Μάλιστα, ο μεγάλος φιλόσοφος και μαθηματικός Βένερ Χάιζενμπεργκ είχε παρατηρήσει αυτήν τη σημαντική ιδιότητα της Ελληνικής, για την οποία είχε πει τα εξής: «Η θητεία μου στην αρχαία ελληνική γλώσσα υπήρξε η σπουδαιότερη πνευματική μου άσκηση. Στην γλώσσα αυτήν υπάρχει η πληρέστερη αντιστοιχία ανάμεσα στη λέξη και στο εννοιολογικό της περιεχόμενο».
Μια πολύπλοκη γλώσσα αποτελεί μαρτυρία ενός προηγμένου πνευματικώς πολιτισμού. Το να μπορείς να μιλάς σωστά σημαίνει ότι ήδη είσαι σε θέση να σκέφτεσαι σωστά, να γεννάς διαρκώς λόγο και όχι να παπαγαλίζεις λέξεις και φράσεις.
Εξάλλου, ο γνωστός γάλλος συγγραφέας Ζακ Λακαριέρ μάς περιγράφει την ακόλουθη εμπειρία από το ταξίδι του στην Ελλάδα: «Άκουγα αυτούς τους ανθρώπους να συζητούν σε μια γλώσσα που ήταν για μένα αρμονική αλλά και ακατάληπτα μουσική. Αυτό το ταξίδι προς την πατρίδα –μητέρα των εννοιών μας– μου απεκάλυπτε έναν άγνωστο πρόγονο, που μιλούσε μια γλώσσα τόσο μακρινή στο παρελθόν, μα οικεία και μόνο από τους ήχους της. Αισθάνθηκα να τα έχω χαμένα, όπως αν μου είχαν πει ένα βράδυ ότι ο αληθινός μου πατέρας ή η αληθινή μου μάνα δεν ήταν αυτοί που με είχαν αναστήσει».
Ο διεθνούς φήμης έλληνας μουσικός Ιάνης Ξενάκης είχε τονίσει πολλές φορές ότι η μουσικότητα της Ελληνικής είναι εφάμιλλη της συμπαντικής.
Οι αρχαίοι Έλληνες δε, χρησιμοποιούσαν ξεχωριστά σύμβολα για νότες, χρησιμοποιούσαν τα ίδια τα γράμματα του αλφαβήτου.
«Οι τόνοι της ελληνικής γλώσσας είναι μουσικά σημεία που μαζί με τους κανόνες προφυλάσσουν από την παραφωνία μια γλώσσα κατ’ εξοχήν μουσική, όπως κάνει η αντίστιξη που διδάσκεται στα ωδεία ή οι διέσεις και υφέσεις που διορθώνουν τις κακόηχες συγχορδίες», σημειώνει η φιλόλογος και συγγραφέας Α. Τζιροπούλου – Ευσταθίου.
Όταν οι ρωμαίοι πολίτες πρωτάκουσαν στη Ρώμη έλληνες ρήτορες, προσέρχονταν για να θαυμάσουν, ακόμη και όσοι δε γνώριζαν Ελληνικά, τους ανθρώπους που «ελάλουν ως αηδόνες».
Ο Οράτιος έγραψε: «Η ελληνική φυλή γεννήθηκε ευνοημένη, με μια γλώσσα εύηχη, γεμάτη μουσικότητα».