του Δημήτρη Τσαϊλά*
Αυτή η πανδημία φαίνεται να παρουσιάζεται ως η μεγαλύτερη σύγχρονη τραγωδία που έχουμε συναντήσει ως έθνος εδώ και δεκαετίες. Μέσα από αυτή την τεράστια και εντελώς απροσδόκητη παγκόσμια καταστροφή, είναι δύσκολο να φανταστούμε πώς θα είναι η ζωή μας όταν αυτό το κακό που μας βρήκε θα το αφήσουμε πίσω μας και θα ξεκινήσει ο μεγάλος αγώνας ισχυροποίησης και ενίσχυσης της εθνικής μας άμυνας.
Αλλά ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί στη συνέχεια, ένα πράγμα είναι ήδη σαφές. Ο Ελληνισμός θα κληθεί να εξετάσει την εθνική ασφάλεια διαφορετικά από ό, τι πριν και δεν θα είμαστε πλέον πρόθυμοι και απ’ ότι διαφαίνεται ούτε ικανοί, να βρεθούν οι πόροι και να προσφέρει ο προϋπολογισμός τα αναγκαία χρήματα των φορολογουμένων, στο Υπουργείο Άμυνας για να μπορέσουν οι ένοπλες δυνάμεις να υπερασπιστούν τις εξωτερικές απειλές, όπως σχεδιάζαμε προ της πανδημίας.
Σαφώς ο πρωταρχικός σκοπός της ελληνικής κυβέρνησης, όπως και κάθε κυβέρνησης, είναι να εξασφαλίσει τη θεμελιώδη ασφάλεια του λαού της. Όταν όμως φτάσουμε στο τέλος αυτής της κρίσης, πολλοί Έλληνες θα είναι περισσότερο σκεπτικιστές και ίσως αντίθετοι στην ιδέα της εθνικής ασφάλειας. Θα συνειδητοποιήσουν ότι οι απώλειες ζωών δεν προκλήθηκαν από τρομοκρατική επίθεση ή από επίθεση του εχθρού, αλλά από μια αόρατη και άμορφη απειλή για την υγεία. Και θα αναγνωρίσουν ότι παρά το γεγονός ότι δαπανούσαν πόρους από το υστέρημα τους, η εστίαση στις εξωτερικές απειλές σήμαινε ότι έπαιξε πολύ μικρό ρόλο στην προστασία του έθνους από αυτή τη θανατηφόρα και απειλητική αλλαγή ζωής.
Βέβαια η αναχαίτιση των άτακτων μεταναστευτικών ροών εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί με την ίδια και ίσως μεγαλύτερη ένταση. Όπως και οι τουρκικές απειλές, για τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών. Αλλά ανησυχώ μήπως πολλοί συμπατριώτες καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι οι εγχώριες απειλές και τα παγκόσμια ζητήματα υγείας θέτουν σε κίνδυνο την προσωπική τους ασφάλεια και τον τρόπο ζωής τους πολύ περισσότερο από οποιονδήποτε άλλη εξωτερική εθνική απειλή. Μπορεί να προκύψουν από αυτή την κρίση ριζικά διαφορετικές προτεραιότητες στις δαπάνες που θα πιέσουν τον αμυντικό προϋπολογισμό ακόμα σε πιο χαμηλά επίπεδα.
Ωστόσο, ακόμα και αν ο Ελληνισμός ξεπεράσει με κάποιο τρόπο αυτήν την πρωτοφανή πανδημία και με διάθεση για συνεχή υποστήριξης για τα τρέχοντα επίπεδα αμυντικών δαπανών, η τεράστια οικονομική κρίση που ήδη ξεδιπλώνεται σημαίνει ότι η κυβέρνηση μας, μπορεί απλά να μην έχει τη δυνατότητα να αντέξει τις δαπάνες για την εθνική ασφάλεια. Φαίνεται πως ακόμη και με περαιτέρω κυβερνητική παρέμβαση, η έλλειψη στέγης, η πείνα και η έντονη φτώχεια θα μπορούσαν να φτάσουν σε καταστροφικά επίπεδα. Η σοβαρότητα αυτής της ξαφνικής οικονομικής κρίσης θα διαμορφώσει βαθιά τις ζωές και τα πρότυπα δαπανών των Ελλήνων για τα επόμενα χρόνια που θα έρθουν, καθώς θα αντιμετωπίζουμε αυτές τις καταστροφικές συνέπειες.
Μετά την ολοκλήρωση αυτής της κρίσης, ο πρώτος στόχος θα είναι η επανέναρξη της οικονομίας και η επιστροφή των ανθρώπων στην εργασία. Επίσης η χώρα θα ξεκινήσει να επενδύει σε τρόπους για να βοηθήσει στην πρόληψη μιας άλλης έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία ώστε να αποφύγουμε ένα παρόμοιο καταστροφικό αποτέλεσμα στο μέλλον. Αυτό θα συνεπάγεται δαπανηρά μέτρα για την αναβάθμιση της ετοιμότητας για άλλη πιθανή πανδημία και για την αποθήκευση δαπανηρού αλλά κρίσιμου ιατρικού εξοπλισμού, όπως οι αναπνευστήρες και οι μονάδες ΜΕΘ. Θα περιλαμβάνει πιθανώς επίσης πρωτοβουλίες για την παροχή δωρεάν διαγνωστικών εξετάσεων κατά τη διάρκεια πανδημιών για την ταχεία ανάρρωση των ασθενών.
Οι νέες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές πραγματικότητες που θα προκύψουν μετά την κρίση θα απαιτήσουν σίγουρα από την ελληνική κυβέρνηση να συρρικνωθεί ο αμυντικός προϋπολογισμός. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που οι επαγγελματίες της εθνικής ασφάλειας πρέπει να προετοιμαστούν για το ενδεχόμενο οι προσεχείς περικοπές στον τομέα της άμυνας να είναι πολύ βαθιές. Καθώς ο Ελληνισμός θα στρέφεται όλο και περισσότερο προς ανεύρεση λύσεων στην εσωτερική παραγωγή και η χώρα θα υποχωρεί κάτω από το βάρος της οικονομικής ανάκαμψης, η παραγωγή αμυντικών συστημάτων και η ναυπήγηση εθνικών πλοίων, διαγράφεται ως η μόνη βιώσιμη λύση.
Ο Ελληνισμός που θα προκύψει τελικά μετά την κρίση θα έχει μεταβληθεί σε βάθος και θα έχουμε νέες και διαφορετικές προτεραιότητες. Όσοι ασχολούμαστε με την εθνική ασφάλεια πρέπει να είμαστε έτοιμοι για αυτή τη νέα εποχή, όπου η οικονομική ανάκαμψη και η προετοιμασία για αντιμετώπιση απειλών όπως οι πανδημίες θα προάγουν ιεραρχικά πολύ ανώτερες ανησυχίες για τους περισσότερους Έλληνες σε σχέση με τις απειλές από τους γνωστούς αντιπάλους.
*Ο Υποναύαρχος ε.α. ΠΝ Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Senior researcher of Strategy International και Member of Institute for National and International Security.
Πηγή: Ανιχνεύσεις