Οι αξίες του λαού μας ανέτειλαν από το ομιχλώδες χάος της υποτέλειας σε ξένους επιδρομικούς κατακτητές στα χρόνια της Κρεμάλας και των συνειδητών ολοκαυτωμάτων του απελευθερωτικού αγώνα. Σε τέσσερα χρόνια έλαμψαν πατρογονικές αρετές που φώλιαζαν στα τρίσβαθα της ψυχής, καταδιωγμένες από θανάσιμα μίση που στόχευαν στην ισοπέδωση κάθε αξίας της ζωής που συντηρούσαν τα ιδεολογικά ορμητήρια των ανθρώπων σ’ αυτό «το μοιρόγραφτο σταυροδρόμι του κόσμου».
Τα βαρβαρικά ένστικτα των επιδρομέων υπονόμευαν πάντα τις ηθικές καταβολές του λαού μας, γιατί συγκροτούσαν το ήθος της ανωτερότητας του ελληνικού πολιτισμού. Ήταν ενστικτώδης η εμμονή των κατακτητών στην ηθική διάλυση των υπόδουλων, γιατί συνεπαγόταν την ολοκληρωτική αποδυνάμωση κάθε απελευθερωτικής ανάτασης και απεξάρτησης από το δουλικό μίασμα. Κι απ’ αυτή την ενστικτώδη υποβολή εξαρτήθηκε η υποταγή της συνείδησης και η πολιτική κραιπάλη που γονάτισαν στην άνομη συνδιαλλαγή του Φεβρουαρίου 1959, με την πανουργία ότι αν διαλύσεις ηθικά έναν λαό και αφαιμάξεις τα ιδεώδη του, τον καθιστάς έρμαιο των βουλήσεών σου.
Αφαιρείς από την υπόστασή του τη δύναμη που ο Πέρσης στρατηγός Τριτανταίχμης υπέδειξε στην Περσίδα βασίλισσα, διερωτώμενη πού οφείλεται η αιτία της συντριβής των περσικών στρατιών στον Μαραθώνα το 490 και της ναυτικής υπεροπλίας στη Σαλαμίνα το 480 π.Χ. Και η απάντηση δίδεται από τον Αισχύλο στην τραγωδία «Πέρσαι»: Οι Έλληνες «δεν είναι δούλοι ανθρώπων, ούτε υπήκοοι κανενός».
Ανάμεσα στην βαρβαρική βουλιμία και στην εξουσιομανία διαδοχής, περεισέφρησε η συμπαιγνία εξοστρακισμού της υπαρξιακής πεμπτουσίας του κόσμου μας. Για να αποστεωθεί η αντίσταση. Να απορφανισθεί η ιδεολογική διάρκεια. Και να αποξενωθεί η δύναμη των χρόνων της Κρεμάλας που έδενε άρρηκτα την ψυχή με το παρελθόν και με το εσωτερικό φως της έφεγγε τον αγώνα στην αξιοπρέπεια και την ελευθερία, αποκλείοντας την κάμψη του αυχένα στον τυχοδιωκτισμό της φιλαρχίας. Αυτή η αρνητική σκευωρία απετέλεσε το βέλος που στόχευσε την ψυχή των χρόνων της Κρεμάλας.
Δεν ήθελαν οι εξουσιαστές αγωνιστές που βάδιζαν στην αγχόνη ευθυτενείς στο χαιρετισμό του θανάτου που ενέδρευε. Ανθρώπους που τραγουδούσαν το θάνατο. Παλληκάρια που δίδασκαν τη φιλία με τον άλλο κόσμο της υπερόχθιας πλευράς του Αχέροντα. Ο Γρηγόρης είπε στο γιατρό Κώστα Τσέλο λίγες μέρες πριν το αντροκάλεσμα του Χάρου: Γιατρέ, έμαθα τους αγωνιστές πώς να πολεμούν. Ήρθε η ώρα να τους μάθω και πώς να πεθαίνουν!
Η «νέα τάξη» δεν ήθελε ιδεολόγους ανυπότακτους. Αλλά δούλους στην εξουσία. Και απεφάσισε να τους αγοράζει ή να τους καταδιώκει. Απέδειξε και τις δυο της μεθόδους. Υπάρχει κατάλογος πολιτικών εγκλημάτων, νεκρών και εξαγορασμένων με χωράφια, κτήματα, επιχειρήσεις, θέσεις, χρήμα. Άλλαξε την παιδεία, την αγωγή, τη συμπεριφορά, την ζωή, την αξιοπρέπεια. Άλλαξε την ανθρωπιά. Το φιλότιμο. Κατάστρεψε τον ωραίο Έλληνα άνθρωπο. Την οικογένεια. Το ήθος. Αντκατάστησε την ευγένεια της ψυχής και την ελευθερία με τη δουλοπρέπεια.
Στις 25 Φεβρουαρίου 1957 ενώ ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης έμπαινε στο μπλοκ «7» της Κρεμάλας, σήκωσε το αριστερό του χέρι σαν σπαθί της Επανάστασης και φώναξε : Παιδιά μη φοβάστε. Ζήτω η Λευτεριά. Κι η πτέρυγα «5» αντιβούϊσε από την θεόσταλτη κραυγή του. Κι οι πέντε αγωνιστές, συνταξιδιώτες στο τελευταίο ταξίδι του ήρωα αντιβόϊσαν: Ζήτω η Λευτεριά. Η Ένωση. Ζήτω η Ελλάδα. Κι αντιλάλησαν οι Φυλακές.
Στις 15 Αυγούστου 1958, οι Πολιτικοί Κρατούμενοι στο Στρατόπεδο Κοκκινοτριμιθιάς έστειλαν τον κεραυνό τους στον Μακάριο και τον Καραμανλή: «Προτιμούμε να γίνουμε βορά των πολυβόλων παρά να απαρνηθούμε τη λευτεριά». Στις 2 Σεπτεμβρίου 1958 η ιαχή των σκυταλοδρόμων του θανάτου έσεισε τον Αχυρώνα με την κραυγή «Μολών Λαβέ».
Από το ’55 μέχρι το ’59 η Κύπρος επαναλάμβανε τη βροντή της θέλησης 108 παλληκαριών που έπεσαν στις μάχες, 14 που πέθαναν στα βασανιστήρια, 9 που βάδισαν σαν θεοί στην Κρεμάλα, 3362 που έλιωναν στη κάψα των Κρατητηρίων, 1014 που σάπιζαν στις φυλακές κι ενός λαού λεβέντη που παρήλαυνε με τη γαλανόλευκη κραυγάζοντας την Ένωση. Αλλά από τον Φεβρουάριο του ’59 η εξουσία έσβησε κραυγές, πόθους, όρκους και παρέδωσε τον κόσμο στην ιδεολογική ορφάνεια. Στη σιωπή. Και στην κατάθλιψη. Οι φωνές σώπασαν. Οι αξίες σκοτείνιασαν. Η διεκδίκηση κατάντησε συμβιβασμός. Η δόξα έγινε σκιάχτρο των αγρών. Το ηθικό μεγαλείο του λαού ήλιος που έδυσε στις μενεξεδένιες ανταύγειες του ηλιοβασιλέματος. Οι διακηρύξεις πνίγηκαν στη σύγχυση των ζητωκραυγών θεοποίησης των επιλογών του Βάαλ.
Στους αυλόγυρους των σχολείων τα κομματικά όργανα πυρπολούσαν τις σημαίες. Τα λυτρωτικά τροπάρια έγιναν λυγμικά δοξαστικά των επανεμφανισθέντων από τη λιποταξία «μπροστάρηδων»(!) που μάζευαν τον πλούτο πατώντας επί των τάφων του ηρωϊσμού. Στα ματωμένα μάρμαρα του ήθους πετάχτηκαν οι αποχαυνωμένες συνειδήσεις, η αδιαφορία, η λήθη του χρέους, τα τρισχιλιόχρονα ιδεώδη της Νοτιοανατολικότερης εσχατιάς του Ελληνισμού, ενώ από τα σάπια βάθρα της πολιτικής ακούονταν οι παράφωνοι λαρυγγισμοί απάρνησης των ιδεών και τα ρέκβιεμ των συμβιβασμών με τους κατακτητές και τους κομματικούς κερδοσκόπους.
Μετά τα χρόνια της Κρεμάλας στην καταπακτή του θανάτου κρεμάστηκαν τα ιδεώδη του λαού μας κι εγκαταλείφθηκαν οι μεγάλοι σκοποί της ιστορίας μας. Ιδού η αιτία της κατάντιας μας.
Γιάννης Χρ. Σπανός