Ομιλία του †Επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου
Πολλὲς περιπτώσεις, ἀγαπητοί μου, ἀναφέρει ἡ ἱστορία καὶ ἡ σύγχρονη ζωή, ποὺ οἱ λαοὶ ἀναστέναζαν καὶ ἀναστενάζουν κάτω ἀπὸ τὴν διακυβέρνησι σκληρῶν βασιλέων καὶ στυγνῶν τυράννων. Εἶνε δὲ τραγικὴ εἰρωνεία, ἐκεῖνοι ποὺ ὑψώνουν κάποιον στὴν ἐξουσία,οἱ ἴδιοι ἔπειτα νὰ ὑποφέρουν ἀπὸ τὸν ἀπάνθρωπο τρόπο ποὺ αὐτὸς τοὺς διοικεῖ.
Σήμερα ὅμως, Κυριακὴ τῶν Βαΐων, τὸ εὐαγγέλιο ὁμιλεῖ γιὰ ἕναν ἄλλο βασιλέα, ποὺ δὲν ἔχει καμμία σχέσι μὲ τοὺς βασιλεῖς καὶ ἄρχοντες τῆς γῆς.
Ἐκεῖνοι στηρίζουν τὴν ἐξουσία τους στὴν πίεσι καὶ τὴ βία, αὐτὸς στὴν ἀνοχὴ καὶ τὴν ὑπηρεσία· ἐκεῖνοι στηρίζονται στὴν κολακεία καὶ τὸ ψέμα, αὐτὸς στὴν εἰλικρίνεια καὶ τὴν ἀλήθεια· ἐκεῖνοι στὴ δημαγωγία καὶ τὴν ἀπάτη, αὐτὸς στὴν εὐθύτητα καὶ τὴν ἀγάπη.
Ὅλη του ἡ ζωὴ αὐτὸ δείχνει. Ἰδιαιτέρως ὅμως τὰ γνωρίσματα αὐτὰ φαίνονται σήμερα,ποὺ ἔρχεται γιὰ τελευταία φορὰ στὴν πρωτεύουσα τοῦ Ἰσραήλ, γιὰ νὰ κάνῃ τὸ τελευταῖο πάσχα τῆς ἐπιγείου ζωῆς του, τὸ τελευταῖο ἰουδαϊκὸ πάσχα, καὶ νὰ ἐγκαινιάσῃ τὸ δικό του πάσχα, τὸ πάσχα τῆς Ἐκκλησίας του.
Τὸ πάσχα ἦταν ἡ μεγαλύτερη ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ οἱ Ἰουδαῖοι ἑώρταζαν μεγαλοπρεπῶς τὴν ἀπελευθέρωσί τους ἀπὸ τὴν τυραννία τῶν φαραώ, τῶν βασιλέων τῆς Αἰγύπτου.
Τὴ μεγάλη αὐτὴ ἑορτή τους θεωροῦσαν εὐτύχημα καὶ ἰδιαίτερη εὐλογία τῆς οἰκογενείας τους, ἂν μποροῦσαν νὰ τὴν ἑορτάσουν στὰ Ἰεροσόλυμα, ὅπου ἦταν καὶ ὁ ναὸς τοῦ Σολομῶντος. Γι᾿ αὐτὸ τὶς παραμονὲς τοῦ πάσχα χιλιάδες κόσμος, ἄντρες γυναῖκες καὶ παιδιά, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ξεκινοῦσαν ἀπὸ τὰ διάφορα μέρη, σχημάτιζαν καραβάνια καὶ κατέφθαναν στὴν ἱερὰ πόλι.
Ὅλος ὁ λαός, ποὺ προερχόταν ἀπὸ τὰ διάφορα μέρη τοῦ κόσμου –διότι ἀνέκαθεν οἱ Ἰουδαῖοι ἦταν διασκορπισμένοι παντοῦ πάνωστὴ γῆ–, ζοῦσε μὲ μιὰ ἐπιθυμία· ἤθελαν νὰδοῦν τὸν Ἰησοῦν. Εἶχαν ἀκούσει πολλὰ γι᾿ αὐτὸν καὶ εἶχαν ζωηρὸ ἐνδιαφέρον νὰ τὸν γνωρίσουν.
Γι᾿ αὐτό, μόλις ἀκούστηκε ἀπὸ στόμασὲ στόμα ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἔρχεται στὰ Ἰεροσόλυμα, σείστηκε ὅλη ἡ πόλις καὶ ὅλοι βρέθηκαν ἐκεῖ. Ἔρχεται ἐκεῖνος, ποὺ ὅπου ἀγγίζει τὰ ἅγιά του χέρια διώχνει κάθε λογῆς ἀσθένεια.
Ἔρχεται ἐκεῖνος, ποὺ ἔδωσε τὸ φῶςστοὺς τυφλούς, τὰ πόδια στοὺς κουτσούς,τὴν ὑγεία σὲ κάθε ἀσθενῆ. Ἔρχεται ἐκεῖνος,ποὺ μὲ μιὰ προσταγή του τὰ δαιμόνια φεύγουν μακριά. Ἔρχεται ἐκεῖνος, ποὺ μ᾿ ἕνα λόγο του κάνει νὰ χορταίνουν χιλιάδες ἄνθρω-ποι.
Ἔρχεται ἐκεῖνος, ποὺ ἡ διδασκαλία τουεἶνε πιὸ γλυκειὰ κι ἀπ᾿ τὸ μέλι. Ἔρχεται ἐκεῖνος, ποὺ καὶ τὸ θάνατο ἀκόμη νίκησε καὶ ἀνέ-στησε τὸ Λάζαρο. Ἔρχεται ὁ Διδάσκαλος, ἔρχεται ὁ Ἰατρός, ἔρχεται ὁ Σωτήρ, ἔρχεται ὁΒασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ.Ὁ λαὸς εἶνε ἀσυγκράτητος. Βγαίνει γιὰ νὰ τὸν προϋπαντήσῃ. Τί κοσμοπλημμύρα, τί ὑποδοχὴ ἦταν ἐκείνη!
Κανένα βασιλέα δὲν ὑ-ποδέχθηκαν ποτὲ ἄνθρωποι μὲ τόσον ἐνθουσιασμὸ μὲ ὅσον ὑποδέχθηκαν οἱ Ἰουδαῖοι τὸν Χριστὸ τὴν ἡμέρα τῶν Βαΐων. Ἄλλοι ἅπλωναν κάτω τὰ ροῦχα τους, ἄλλοι ἔστρωναν τοὺςδρόμους μὲ κλαδιά, ἄλλοι κρατοῦσαν στὰ χέρια βάϊα καὶ κλαδιὰ ἐλιᾶς καὶ τὰ ἔσειαν. Καὶ ὅλοι ζητωκραύγαζαν καὶ ἔλεγαν·
«Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου,βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ» (Ἰω. 12,13) .Ἀλλ᾿ ὁ Κύριος δὲν ξυπάζεται ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ὑποδοχή. Ἀτάραχος, γαλήνιος, πρᾶος ὅπως πάντοτε, ἀντιμετωπίζει τὴν πλημμύρα αὐτὴτοῦ λαϊκοῦ ἐνθουσιασμοῦ. Τὸ πιὸ χαρακτηριστικὸ εἶνε, ὅτι ὁ Ἰησοῦς μόλις ἀντίκρυσε τὴν πόλι «ἔκλαυσε» (Λουκ. 19,41) . Ὤ τὰ δάκρυα αὐτὰ τοῦ Ἰησοῦ, πόσο δὲν μᾶς διδάσκουν!
Ὁ Ἰησοῦς ἔκλαυσε, διότι ὡς Θεὸς ποὺ εἶνε ἐγνώριζε,ὅτι ὕστερα ἀπὸ λίγα χρόνια τὰ Ἰεροσόλυμα, ἡμεγάλη καὶ ἱερὰ πόλις, θὰ καταστραφοῦν ἐκθεμελίων. Οἱ δρόμοι, τὰ ὄμορφα σπίτια της, ὁλαμπρὸς ναός, ὅλα θὰ γίνουν ἕνας σωρὸς λιθάρια, κ᾿ ἐκεῖ ποὺ τώρα εἶνε χτισμένα τὰ μέγαρα θὰ ὀργώσῃ τὴ γῆ τὸ ἀλέτρι.
Προβλέπειτὴν φοβερὴ καταστροφὴ τῆς ἁγίας πόλεωςκαὶ κλαίει. Κλαίει ἀκόμη, διότι ξέρει πὼς ὁ ἐν-θουσιασμὸς τοῦ λαοῦ αὐτοῦ εἶνε προσωρινός, ἐφήμερος, καὶ πολὺ γρήγορα θὰ ἐξατμισθῇ. Σήμερα φωνάζουν τὸ «ὡσαννά» , ἀλλὰ ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες θὰ φωνάξουν τὸ «Ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν» (Ἰω. 19,15) .
Σήμερα στρώνουν τὰ ροῦχα τους, ἀλλ᾿ αὔριο θὰ τὸνὑβρίσουν καὶ θὰ τὸν ἐξευτελίσουν. Σήμερα τὸν ὑποδέχονται μὲ βάϊα, ἀλλ᾿ αὔριο θὰ τὸν συλλάβουν μὲ ξύλα καὶ ῥόπαλα. Προβλέπειτὴ μεταβολὴ αὐτὴ τοῦ λαοῦ καὶ κλαίει· γιατὶ ὁλαὸς αὐτὸς δὲν ἔχει σταθερὲς ἀρχὲς καὶ πεποιθήσεις· μοιάζει μ᾿ ἕνα κῦμα, ποὺ ἡ κίνησί του ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ἑκάστοτε πνοὴ τοῦ ἀνέμου.
Ὁ Ἰησοῦς ζητάει ἀποφασισμένους ἀκολούθους ποὺ νὰ εἶνε συνειδητὰ ἀφωσιωμένοι σ᾿αὐτόν· δὲν θέλει φανατικοὺς ὀπαδοὺς καὶνευρόσπαστα. Θέλει νὰ ἔχουν ἐπίγνωσι καὶβαθειὰ πεποίθησι· ὄχι ἐξωτερικὲς ἐκδηλώσεις, πομπώδεις ὑποδοχές, εὔκολες ζητω-κραυγὲς καὶ φτηνὰ χειροκροτήματα.Ἂς τὸ προσέξουμε πολὺ αὐτό.
Διότι κ᾿ ἐμεῖς ἑτοιμαζόμαστε νὰ ὑποδεχθοῦμε σήμερατὸν Κύριο. Τὸ βράδυ ἡ Ἐκκλησία μας θὰ μᾶςκαλέσῃ νὰ ψάλουμε
«Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός…» (τροπάρ. Μ. Δευτ. κ.ἑ.) . Ἔρχεταιγιὰ νὰ εἰσέλθῃ ὄχι στὰ Ἰεροσόλυμα ἀλλὰ στὴνκαρδιὰ κάθε πιστοῦ. Πῶς; Διὰ τοῦ μυστηρίουτῆς θείας κοινωνίας. Ἔρχεται γιὰ νὰ μεταδώ-σῃ τὸ σῶμα καὶ αἷμα του σὲ κάθε Χριστιανό.
Ἂς ἐξέλθουμε λοιπὸν νὰ τὸν προϋπαντήσουμε . Ἀλλὰ πῶς θὰ τὸν προϋπαντήσουμε; Ἂν ἦταν βασιλιᾶς, ἂν φοροῦσε κορώνα στὸ κεφάλι, ἂν καθόταν σὲ ἅμαξα πολυτελῆ, ἂν εἶχε ὑπασπιστὰς καὶ ἀκολούθους, θὰ τὸν ὑπεδέχονταν μὲ στρατιωτικὴ παράταξι, μὲ σημαῖες, μὲ φωνὲς καὶ ζητωκραυγές.
Ἀλλ᾿ ὄχι· ὁ Χριστὸς δὲν θέλει τέτοιες ἐπιδείξεις, ποὺ δὲν ἔχουν κανένα νόημα. Κατ᾿ ἄλλο τρόπο ζητεῖ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦμε. Πῶς θέλει νὰ τὸν ὑποδεχθοῦμε;
Εἶνε ὁ ταπεινός . Γι ᾿αὐτὸ πρέπει νὰ τὸν ὑποδεχθοῦμε μὲ ταπείνωσι. Ὄχι νὰ ῥίξουμεστοὺς δρόμους τὰ φορέματά μας, ὅπως οἱἸουδαῖοι, γιὰ νὰ περάσῃ ἀπὸ πάνω ὁ Χριστός·αὐτὸ εἶνε εὔκολο. Τὸ δύσκολο εἶνε νὰ ῥίξουμε κάτω τὸν ἐγωισμό μας.
Ἡ ταπείνωσις εἶνετὸ χρυσὸ χαλί, ποὺ ὅλοι μποροῦμε νὰ στρώσουμε γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Χριστοῦ. Ὅσοιπολεμοῦν τὸν ἐγωισμό, ὅσοι ἀγωνίζονται νὰεἶνε ταπεινοί, αὐτοὶ ὑποδέχονται μὲ τὸν καλύτερο τρόπο τὸ Χριστό.
Ἂν ὁ ἐγωισμὸς διώχνῃ μακριὰ τὸ Χριστό, ἡ ταπείνωσις τὸν ἑλκύει καὶ τὸν φέρνει πολὺ κοντά.Ὁ Χριστὸς ἀκόμη εἶνε ὁ καθαρὸς καὶ ὁ ἅγιος! Γι᾿ αὐτὸ ὅσοι θέλουν νὰ ὑποδεχθοῦντὸ Χριστό, ἂς φροντίσουν νὰ καθαρίσουν σῶ-μα καὶ ψυχὴ ἀπὸ κάθε μολυσμὸ τῆς ἁμαρτίας.
Ὅπως τὶς μυρωδιές, τὰ ἀρώματα, τὰ βάζουμε σὲ καθαρὰ δοχεῖα, ἔτσι καὶ τὸ οὐράνιο μύρο,τὸν Χριστό, πρέπει νὰ τὸν βάλουμε σὲ μέροςκαθαρό. Ὄχι σ᾿ ἕνα σταῦλο, ἀλλὰ σ᾿ ἕνα τόποποὺ ν᾿ ἀστράφτῃ ἀπὸ καθαρότητα.
Ἡ καρδιά μας , μὲ ἄλλα λόγια, πρέπει νὰ καθαριστῇ κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ κατοική-σῃ μέσα ὁ Χριστός. Ἡ καρδιά μας! ἰδού, ἀγαπητοί μου, τὸ σαλόνι, στὸ ὁποῖο ὁ Κύριός μαςπεριμένει νὰ τὸν ὑποδεχθοῦμε καὶ νὰ τὸν φιλοξενήσουμε «ἐρχόμενος ἐπὶ τὸ ἑκούσιον πάθος» (ἀπόλ. ὄρθρ. Μ. Δευτ. κ.ἑ.), καθὼς ἔρχεται νὰ πάθῃ μὲ τὴ θέλησί του γιὰ τὴ σωτηρία μας.
Ἀγαπητοί μου! Ἐὰν σᾶς ἔλεγε κάποιος, ὅτιἈπόψε στὸ σπίτι σου θὰ ἔρθῃ νὰ μείνῃ ὁ βα-σιλιᾶς, θὰ τὸ θεωρούσατε αὐτὸ μιὰ μεγάλη τι-μή, ἀλλὰ καὶ θὰ καταβάλλατε κάθε προσπά-θεια καὶ θὰ κάνατε κάθε θυσία, ὥστε στὸ σπί-τι σας νὰ εἶνε ὅλα καθαρά. Ἀλλὰ νά, ἐγὼ σήμερα μὲ τὰ φτωχὰ τοῦτα λόγια σᾶς μεταδίδωμιὰ πιὸ μεγάλη εδησι· σᾶς εἰδοποιῶ, ὅτι ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς!
Θέλει νὰ μείνῃ – νὰ κατοικήσῃστὴν καρδιὰ τοῦ καθενὸς ἀπὸ μᾶς. Ἂς βγοῦμε λοιπὸν νὰ προϋπαντήσουμε τὸν Κύριό μας. Ἂς τὸν ὑποδεχθοῦμε ὄχι μὲ ψεύτικα ἀποθέματα ἐνθουσιασμοῦ, ποὺ σβήνουν σὰν ῥουκέττες. Ὄχι.
Ἂς τὸν ὑποδεχθοῦμε μὲτὸν τρόπο ποὺ τοῦ ἀρέσει, μὲ ταπείνωσι καὶ καθαρότητα . Καὶ μὲ εὐγνώμονα καρδιὰ ἂς τοῦ ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς τὸν δοξολογικὸ ὕμνο· «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» . Χριστέ, εἶσαι ὁ βασιλεὺς τῶνκαρδιῶν μας. Σ᾿ ἐσένα καὶ μόνο σ᾿ ἐσένα ἁρμόζει δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Γραπτὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία συνετάχθη πιθανὸν τὸ 1962.